To «πρωθυπουργικό καπέλο» και το τηλεφώνημα στον Ανδρουλάκη
Ο Κώστας Τασούλας... πληρώνει τη νύφη
Το γεγονός ότι ο Κώστας Τασούλας δεν συνιστά συναινετική πρόταση, δεν χρειάζεται να το συζητάμε περαιτέρω. Το έχουν καταγράψει ίσαμε τώρα 5-6 δημοσκοπήσεις. Υπάρχει επίσης στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Τον αδικεί αυτό που παγιώνεται ως άποψη; Πιστεύω πως ναι. Γιατί χωρίς να φέρει προσωπική ευθύνη, έπεσε θύμα της συγκυρίας, των χειρισμών και κυρίως των προσδοκιών που είχαν –αναιτίως όπως αποδεικνύεται- καλλιεργηθεί στην κοινή γνώμη. Ξεκινάει, λοιπόν, τη θητεία του με «γκολ από τα αποδυτήρια» -όπως λέμε στο ποδόσφαιρο. Ωστόσο είναι στο χέρι του να ανατρέψει τις πρώτες εντυπώσεις. Έχει μπροστά του «πεδίο δόξης λαμπρό». Μια καθαρή πενταετία και την πρόκληση που συνοψίζεται στο ρητό των αρχαίων ημών προγόνων: Αρχή άνδρα δείκνυσι!
Για να τα κάνουμε λιανά, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας από το Σύνταγμα είναι ο ρυθμιστής του Πολιτεύματος και ως πολίτευμα νοούνται οι θεσμοί στη βάση των οποίων ασκείται η εξουσία. Από συνταγματικής πλευράς, όμως, ο Πρόεδρος δεν έχει ουσιαστικό πεδίο δράσης, έχει όμως ισχυρό πεδίο σε επίπεδο συμβολισμού. Και ανεξάρτητα από το ότι η αντιπολίτευση του καταλογίζει πως, ως Πρόεδρος της Βουλής, άφησε κάτι φακέλους (Τέμπη, υποκλοπές) να αραχνιάζουν στα συρτάρια του, είναι στο χέρι του να αποφασίσει πώς θα πορευθεί στο εξής. Οι πολίτες γνωρίζουν τα θεσμικά περιθώρια. Ωστόσο επιθυμούν, ταυτόχρονα, ο Πρόεδρος να έχει διακριτή παρουσία στα δύσκολα. Στα εθνικά, στο κράτος δικαίου, ακόμα και σε προβλήματα καθημερινότητας που όμως άπτονται της λειτουργίας (ή υπολειτουργίας) των θεσμών, με μια λέξη σε εκτεταμένα κερδοσκοπικά φαινόμενα.
Πάμε παρακάτω, στους ενορχηστρωτές της τελικής απόφασης. Ο πρωθυπουργός δημιούργησε περίπου τη βεβαιότητα και ως προς το πολιτικό σύστημα (θα επανέλθουμε), κυρίως, όμως, ως προς την κοινή γνώμη ότι προσανατολίζεται σε μία συναινετική πρόταση και μάλιστα με κεντροαριστερό πρόσημο. Ο επικήδειός του στον Κώστα Σημίτη, στη διάρκεια του οποίου εξήρε τις αρετές του πολιτικού του αντιπάλου, με έμφαση στην ικανότητά του να συνθέτει τις διαφορετικές απόψεις, και με επίλογο ότι αυτή η αντίληψη πρέπει να διαφυλαχτεί ως «κόρη οφθαλμού» στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε, δημιούργησε μη εκπληρωτέες προσδοκίες.
Αυτές διαψεύσθηκαν παταγωδώς, όπως διαψεύσθηκε επίσης και η ανάγνωση του ΠΑΣΟΚ ότι το «πρωθυπουργικό καπέλο» θα έβγαζε Βενιζέλο – ο οποίος παρεμπιπτόντως είχε σχετικά βολιδοσκοπηθεί. Εδώ θα κάνουμε μια παρένθεση, που έχει πέραν του πολιτικού κουτσομπολιού, τη σημασία της για το πώς γράφεται η ιστορία. Είμαι σε θέση να γνωρίζω ότι περίπου μία εβδομάδα πριν την προαναγγελθείσα ανακοίνωση της κυβερνητικής απόφασης, στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ζήτησαν από στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη να μεταφέρουν στον Νίκο Ανδρουλάκη το ερώτημα, αν υπάρχει το περιθώριο της κοινής υποψηφιότητας των δύο χώρων. Απάντηση ακριβώς δεν δόθηκε από τη Χαριλάου Τρικούπη υπό την έννοια ότι θεωρούσε πως πρώτα πρέπει να προτείνει ο πρωθυπουργός. Ακόμη και τη χρονική στιγμή που τηλεφώνησε ο Σωκράτης Φάμελλος στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ –μεσούσης της συνεδρίασης της Πολιτικής Γραμματείας του κόμματος- για να τον ενημερώσει για την επιλογή της Λούκας Κατσέλη, ήλπιζε –ρομαντικά βέβαια- σε μία «ρελάνς» η οποία προφανώς δεν υπήρξε. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Επιστρέφω στο κυβερνητικό στρατόπεδο, όπου αν αναγιγνώσκω σωστά τα δεδομένα, οι αντιδράσεις δεν είναι ακριβώς συμπαγείς –παραπέμπουν περισσότερο σε μία τρέχουσα διαχείριση και βλέπουμε γιατί όλα τα δεδομένα ευνοούν το vertigo. Λογικό, αρχής γενομένης από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, η σαφής μετατόπιση των δυτικών κοινωνιών σε δεξιότερες αντιλήψεις και η εκκωφαντική επισφράγιση του γεγονότος με την εκλογή Τραμπ, υποχρεώνουν τους νοήμονες σε επανεξέταση της στρατηγικής τους. Όρος επιβίωσης! Μόνο που προς το παρόν δεν υπάρχει σχέδιο, απλώς τρέχουσα διαχείριση. Τι εννοώ: η επιλογή του Κώστα Τασούλα (θα επαναλάβω ότι ως προσωπικότητα τον αδικεί) προήλθε από την επικρατήσασα άποψη «να μαζέψουμε τη Δεξιά μας και βλέπουμε». Ήταν μία κίνηση που συνοδεύτηκε και με ηχηρές προσπάθειες διαφοροποίησης από τη woke ατζέντα: Για «τρoμοκρατία (;) των μειοψηφιών» μίλησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνομιλία του με τον Γάλλο συγγραφέα και φιλόσοφο Πασκάλ Μπρυκνέρ –σε αντίστιξη με την τοποθέτησή του κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, όπου είχε αναφερθεί σε «τρομοκρατία της πλειοψηφίας». Επιπρόσθετα, δίνοντας συνέντευξη σε διεθνές μέσο, ανέφερε ότι τα «φύλα είναι δύο». Επιστημονικώς ορθό, μόνο που στην παρούσα φάση υπηρετεί συγκεκριμένη πολιτική στόχευση.
Κλείνοντας, θα αλλάξει η πολιτική της κυβέρνησης; Κατά τη γνώμη μου όχι. Δεν άλλαξε όταν «ποστάρισε» στη μαρκίζα της ονόματα του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ, χωρίς όμως να υιοθετήσει πολιτικές της Χαριλάου Τρικούπη. Δεν πιστεύω ότι θα αλλάξει με Τασούλα και Κακλαμάνη (αυτοτελώς όμως ισχύει το ρητό «έκαστος εφ’ ω ετάχθη». Προς το παρόν λοιπόν «πλήνθοι και κέραμοι». Ο καιρός θα δείξει.