ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Μητσοτάκης - Ερντογάν: Συμφώνησαν ότι διαφωνούν - Ο οδικός χάρτης για τα «ήρεμα νερά»

Νέα Υόρκη, Κυριάκος Μητσοτάκης, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν
Γραφείο Τύπου Πρωθυπουργού

Η συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο ήταν περισσότερο μια αναγνωριστική συζήτηση και έτσι στην Αθήνα κρατούν χαμηλά την μπάλα…

Οι δύο άνδρες επιβεβαίωσαν τη θετική ατμόσφαιρα στις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας και τη βούλησή τους να διατηρηθεί. Έγινε δηλαδή ένα καλύτερο βήμα από τη συνάντηση στο Βίλνιους, όμως προφανώς η Χάγη είναι ακόμα μακριά… Ωστόσο Μητσοτάκης και Ερντογάν συμφώνησαν στον οδικό χάρτη των επαφών των δύο χωρών, όπως αυτός καθορίστηκε στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών στις 5 Σεπτεμβρίου και περιλαμβάνει:

Τις συναντήσεις στα μέσα Οκτωβρίου των αρμόδιων για τον πολιτικό διάλογο και τη θετική ατζέντα Υφυπουργών Εξωτερικών, τις συναντήσεις εντός του Νοεμβρίου για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και τη συνεδρίαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας στις 7 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη. Συζήτησαν επίσης για την κλιματική κρίση και τις επιπτώσεις της, ιδιαίτερα στην περιοχή της Μεσογείου, καθώς οι δύο χώρες βίωσαν πρόσφατα σοβαρές φυσικές καταστροφές και συμφώνησαν ότι η ενίσχυση της συνεργασίας στην Πολιτική Προστασία αποτελεί προτεραιότητα.

Συμφώνησαν ακόμη να συνεργαστούν για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού ζητήματος, αναγνωρίζοντας ότι αποτελεί κοινή πρόκληση.

Οι Υπουργοί Εξωτερικών θα συνεχίσουν τη συνεργασία και τον συντονισμό για να προωθήσουν τον συμφωνημένο οδικό χάρτη. Άλλωστε το αποτύπωμα των προθέσεων της Αθήνας το περιέγραψε ο Έλληνας πρωθυπουργός στο CNN πριν ακόμα μπει στο «τουρκικό σπίτι» στη Νέα Υόρκη. Σε συνέντευξή του στο CNN ο κ. Μητσοτάκης είπε για τη συνάντηση με Ερντογάν: «Να αφήσουμε πόρτα ανοιχτή ακόμη κι αν συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε». Κυρίαρχος στόχος ήταν βεβαίως να επιβεβαιωθούν τα «ήρεμα νερά του Αιγαίου» που επικρατούν τους τελευταίους μήνες. «Ούτε και χρειάζεται να είμαστε επιθετικοί ο ένας προς τον άλλον και να σπρώχνουμε τις χώρες μας σε ένοπλη σύγκρουση. Μπορούμε να συμφωνούμε ότι διαφωνούμε με την Τουρκία όσον αφορά τα εδαφικά θέματα. Παρ' όλα αυτά θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε σε κάποιους άλλους τομείς. Αυτό θέλω να επιτύχουμε μετά τη συνάντησή μου με τον κ. Ερντογάν», τόνισε ακόμη ο Έλληνας πρωθυπουργός στην απευθείας μετάδοση της συνέντευξής του στο αμερικανικό δίκτυο, στο περιθώριο της παρουσίας του στη Νέα Υόρκη για τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και λίγο πριν από τη συνάντησή του με τον πρόεδρο της Τουρκίας.

Δεν είναι τυχαίο ότι πριν από την συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ο Ταγίπ Ερντογάν μιλώντας προχθές το κρατικό αμερικανικό δίκτυο PBS, φρόντισε να επιτεθεί στον Μπομπ Μενέντεζ, αλλά να αναφερθεί και στην φιλία της χώρας του με την Ελλάδα, όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος: «Ο Μπομπ Μενέντεζ δεν γνωρίζει πολύ την Τουρκία. Και ο Μενέντεζ δεν φαίνεται να γνωρίζει ούτε τον Tαγίπ Ερντογάν. Με την Ελλάδα είμαστε φίλοι πολλές δεκαετίες. Ποτέ δεν πολεμήσαμε σε αντίθετα στρατόπεδα.

Φαίνεται ότι ο Μεντέντεζ έχει υιοθετήσει μια εχθρική προσέγγιση απέναντι στην Τουρκία και προσπαθεί να μας παρασύρει σε συγκεκριμένες συζητήσεις της επιλογής του, αλλά δεν πρόκειται να γίνουμε μέρος αυτού. Η φιλία μας με την Ελλάδα δεν είναι όπως την παρουσιάζουν», είπε χαρακτηριστικά θέλοντας προφανώς να θολώσει τα νερά επί της επιθετικής ρητορικής που χτίζει εδώ και χρόνια.

Προσεκτική και μετρημένη ήταν και η δήλωση που έκανε ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά τη συνάντηση, περιγράφοντας το τι προσδοκά η Αθήνα: «Είχαμε μία παραγωγική συζήτηση με τον Πρόεδρο Erdoğan παρουσία των Υπουργών Εξωτερικών και των Διπλωματικών μας Συμβούλων.

Συμφωνήσαμε να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε ώστε να εμβαθύνουμε το θετικό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, το οποίο έχει εγκαθιδρυθεί τους τελευταίους μήνες, και προσδιορίσαμε με σαφήνεια το επίπεδο των επαφών και των συναντήσεων για το επόμενο διάστημα σε επίπεδο πολιτικού διαλόγου, Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, αλλά και προώθησης της θετικής ατζέντας.

Συμφωνήσαμε, επίσης, το επόμενο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας να διεξαχθεί στις 7 Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη.

Ταυτόχρονα, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε και για μια σειρά από κοινές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δύο χώρες μας. Να σταθώ ενδεικτικά στο πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης, όπου πιστεύω ότι είναι απαραίτητη η συνεργασία της Τουρκίας προκειμένου να μειωθούν στο ελάχιστο οι μεταναστευτικές ροές.

Αλλά, φυσικά, συζητήσαμε και τα ζητήματα και τις μεγάλες προκλήσεις της κλιματικής κρίσης, καθώς Ελλάδα και Τουρκία είναι δύο μεσογειακές χώρες, οι οποίες και αυτό το καλοκαίρι βρέθηκαν αντιμέτωπες με σημαντικές φυσικές καταστροφές, προϊόν της υπερθέρμανσης του πλανήτη και της κλιματικής κρίσης, η οποία είναι ήδη εδώ μαζί μας.

Πιστεύω ότι και αυτό το πεδίο συνεργασίας μπορεί να διερευνηθεί περισσότερο, έτσι ώστε να τύχει αντικείμενο και κάποιων συγκεκριμένων συμφωνιών, οι οποίες θα υπογραφούν στα πλαίσια του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, τον Δεκέμβριο στη Θεσσαλονίκη».