Η Μελόνι, η ακρίβεια, τα σκάνδαλα και... ο Ερντογάν
Οι κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα, ο Τσίπρας, ο Σαμαράς και η Καρυστιανού
Το 2026 θα είναι «πολύ χειρότερο» σε σχέση με το 2025 (!) προέβλεψε η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζώρτζια Μελόνι. Μάλλον επρόκειτο περί γλωσσικού λάθους. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι η νέα χρονιά κληρονομεί έναν ταραγμένο γεωπολιτικό χάρτη με πολλές γκρίζες ζώνες, ενώ οι διαπραγματεύσεις που τρέχουν, γίνονται στη βάση του αναθεωρητισμού και ο απρόβλεπτος παράγοντας καραδοκεί. Αλλά και η οικονομία αγκομαχά, η ανάπτυξη φρενάρει στην Ευρώπη τουλάχιστον, την ώρα που η ακρίβεια σαρώνει, οι κρατούντες σε πολλές περιπτώσεις αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων και η ακροδεξιά δυναμώνει.
Ας έρθουμε, όμως, στα δικά μας. Ο προϋπολογισμός που ψηφίσθηκε πρόσφατα στη Βουλή, προβλέπει επιβράδυνση της αναπτυξιακής πορείας της χώρας και το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που εστάλη στην Κομισιόν καταγράφει περαιτέρω υποχώρηση, δεδομένου ότι στο τέλος του 2026 θα κλείσουν οι κρουνοί του Ταμείου Ανάκαμψης. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, οι μισθοί παραμένουν στον πάτο της Ευρωζώνης, το στεγαστικό πρόβλημα διογκώνεται και η ακρίβεια αποκτά εφιαλτικά χαρακτηριστικά. Γνωρίζουμε μάλιστα από τις δημοσκοπήσεις ότι πολλά νοικοκυριά ξεμένουν από ρευστότητα γύρω στις δέκα ημέρες πριν τελειώσει ο μήνας και η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών θεωρεί μεν ότι η ακρίβεια είναι εισαγόμενη, πιστεύει όμως ακράδαντα ότι γιγαντώνεται λόγω της κερδοσκοπίας. Η ύπαρξη καρτέλ στα τρόφιμα και την ενέργεια έχει καταστεί εδώ και καιρό «προσφιλές» θέμα συζήτησης και το ερώτημα που διατυπώνεται με αγανάκτηση, είναι: Γιατί δεν ενεργοποιούνται επαρκώς οι μηχανισμοί προστασίας του δημοσίου συμφέροντος;
Η ακρίβεια λοιπόν -παρέα με την κρίση στέγης και τα χαμηλά εισοδήματα- είναι ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας που θα επηρεάσει την τελική έκβαση του εγχώριου πολιτικού παιχνιδιού, αργά ή γρήγορα, ανάλογα με το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία έρευνα-τάσεις της MRB, αναδεικνύεται ως το μεγάλο αγκάθι ενώ ταυτόχρονα οι μισοί Έλληνες εμφανίζονται βαθιά απαισιόδοξοι ως προς το άμεσο μέλλον καθώς εκτιμούν ότι η προσωπική οικονομική τους κατάσταση θα χειροτερέψει τη νέα χρονιά. Αλλά ακόμη και εκείνοι που… δεν ξεκοκκαλίζουν τις δημοσκοπήσεις, σίγουρα πηγαίνουν στο σούπερ-μάρκετ, όπου διαπιστώνουν μεγάλες ανατιμήσεις στο κρέας για παράδειγμα και σίγουρα «αναστενάζουν» όταν έρχεται ο λογαριασμός του ηλεκτρικού ρεύματος. Πολλοί μάλιστα, εξαιτίας των παράλογων αυξήσεων της κιλοβατώρας, αναγκάζονται να περιορίσουν τη θέρμανση.
Υπάρχουν, βεβαίως, και άλλοι παράγοντες:
Έχοντας ήδη στο ντουλάπι της τον σκελετό των υποκλοπών, η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με την υπόθεση των Τεμπών. Ανεξάρτητα από το τι θα διαμειφθεί κατά την ακροαματική διαδικασία (η έναρξη της δίκης έχει ορισθεί για τις 23 Μαρτίου), είναι σαφές ότι η τραγωδία αυτή έχει συγκλονίσει τους Έλληνες πολίτες που συμμετείχαν μαζικά στις ογκώδεις διαδηλώσεις οι οποίες έγιναν στις αρχές του 2025. Στη δε συλλογική συνείδηση, έχει καταγραφεί ότι υπάρχουν βαριές κυβερνητικές ευθύνες και ότι επιχειρείται συγκάλυψη.
Τα Τέμπη, λοιπόν, όπως επίσης και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ πλήττουν σοβαρά το μεταρρυθμιστικό προφίλ που μεθοδικά είχε σχεδιάσει το επικοινωνιακό επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου. Εδώ είναι προφανές ότι υποτιμήθηκε το κλίμα που επικρατεί στα μπλόκα, όπου για πρώτη φορά ίσως, ανάμεσα στους «σκληρούς» αγροτοσυνδικαλιστές βρίσκονται και πολλοί γαλάζιοι. Επιπρόσθετα, το κλίμα δεν είναι διαφορετικό μόνο στα μπλόκα, είναι και στην κοινωνία η οποία στέκεται σε ασυνήθιστα υψηλό ποσοστό (κυμαίνεται στο 80%) στο πλευρό των αγροτών. Θεωρεί δίκαια τα αιτήματά τους και θεμιτές τις κινητοποιήσεις τους. Γι’ αυτό άλλωστε και δεν «δούλεψαν» τα σχέδια ενεργοποίησης του κοινωνικού αυτοματισμού. Εξ αρχής οι κυβερνητικοί χειρισμοί ήταν (τουλάχιστον) ατυχείς με αποτέλεσμα να διογκωθεί το μέτωπο. Ακόμη και αν η κυβέρνηση κατορθώσει να εκτονώσει την κατάσταση, ναι μεν θα πάψουν να υπάρχουν μπλόκα, αλλά είναι περίπου αδύνατο να αποκατασταθεί πλήρως η σχέση της με τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους, που από εκλογικής πλευράς συνιστούσαν προνομιακό της χώρο. Ιδιαίτερα ως προς τους τελευταίους, εκτιμάται ότι η ζημιά που έχει γίνει δεν είναι αναστρέψιμη. Γνωρίζουμε, ασφαλώς, ότι αυτές οι δύο επαγγελματικές ομάδες δεν αποτελούν από αριθμητικής πλευράς, μεγάλο ποσοστό του εκλογικού σώματος, φαίνεται όμως ότι επηρεάζουν πολύ ευρύτερα κοινά, ειδικά στην περιφέρεια.
Ιδιαίτερη σημασία έχουν επιπροσθέτως και οι αναμενόμενες κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα, αρχής γενομένης από το ενδεχόμενο δημιουργίας νέων κομμάτων. Ο Αλέξης Τσίπρας το έχει ουσιαστικά προαναγγείλει. Το βιβλίο του, η «Ιθάκη», αποδείχθηκε σημαντική εκδοτική επιτυχία, αλλά δεν λειτούργησε προωθητικά για τις πολιτικές του επιδιώξεις. Ως προς αυτό, ίσως να έπαιξε ρόλο και η αρχική του ομιλία στο θέατρο Παλλάς, στην οποία είχε χρησιμοποιήσει μια σκληρή ρητορική για ορισμένους πρώην συνεργάτες του. Λέω ίσως, γιατί παρατήρησα ότι οι διατυπώσεις αμβλύνθηκαν στην αμέσως επόμενη ομιλία του στην Πάτρα. Παρά ταύτα, ο πρώην πρωθυπουργός εξακολουθεί να θεωρείται (βάσει δημοσκοπήσεων) ως ο υπ’ αριθμόν ένα πολιτικός που θα μπορούσε να ενοποιήσει το χώρο της Αριστεράς – Κεντροαριστεράς, ενώ αν πάρει τη σχετική πρωτοβουλία, θα υπάρξουν ευρείες ανακατατάξεις: από την πιθανή εξαΰλωση του ΣΥΡΙΖΑ ως την ενδεχόμενη συμπίεση του ΠΑΣΟΚ. Τη στιγμή μάλιστα, που στη Χαριλάου Τρικούπη άρχισαν να σημαίνουν τα εσωκομματικά τύμπανα του πολέμου.
Από την πλευρά του, ο Αντώνης Σαμαράς εμφανίζει σταθερό ποσοστό αποδοχής (περί το 15%) στις απαντήσεις για το αν «είναι πιθανό και αρκετά πιθανό» να ψηφίσουν οι ερωτώμενοι έναν πολιτικό σχηματισμό με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό. Ο ίδιος εξακολουθεί να κρατά κλειστά τα χαρτιά του, αλλά στην περίπτωση που προχωρήσει τελικά σε ένα τέτοιο εγχείρημα, είναι πιθανόν να υπάρξει… αναδιάρθρωση στη δεξιά πολυκατοικία. Πρώτα απ’ όλα, θα φανεί αν θα ενταθεί και θα διευρυνθεί το φλερτ που ακούγεται ότι υπάρχει ανάμεσα στον κ. Σαμαρά και ορισμένους βουλευτές της ΝΔ, οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι δεν έχουν πιθανότητες να επανεκλεγούν λόγω των χαμηλών ποσοστών του κυβερνώντος κόμματος (όπως προκύπτει από τις δημοσκοπήσεις) ή από άλλους που διαισθάνονται ότι δεν θα βρουν θέση στα ψηφοδέλτια της παράταξής τους. Και δεύτερο, η δημιουργία ενός τέτοιου κόμματος, ίσως επηρεάσει επί τα χείρω τις εκλογικές επιδιώξεις του Μεγάρου Μαξίμου.
Φαίνεται, όμως, ότι το πρόσωπο που θα μπορούσε να προσελκύσει ευρείες ανακατατάξεις στο σύνολο του πολιτικού φάσματος, ακούει στο όνομα Μαρία Καρυστιανού. Τοποθετείται (ορθώς ή όχι) στο συντηρητικό χώρο. Παρά ταύτα, τα πρόσφατα δημοσκοπικά ευρήματα (MRB) δείχνουν ότι ένα νέο κόμμα με αρχηγό την πρόεδρο του Συλλόγου θυμάτων των Τεμπών, θα προκαλούσε (κατ’ αναλογία) λιγότερες απώλειες στη Νέα Δημοκρατία και εμφανώς περισσότερες στα κόμματα που βρίσκονται στα δεξιά της, όπως επίσης και στα κόμματα της Αριστεράς – Κεντροαριστεράς, με τη Ζωή Κωνσταντοπούλου να καταγράφει πρωτιά. Τι μας λένε οι αριθμοί για τις απώλειες: ΝΔ 16,1%, ΣΥΡΙΖΑ 38,6%, ΠΑΣΟΚ 37,3%, Ελληνική Λύση 30,7%, ΚΚΕ 39,1%, Νίκη 53,6%, Πλεύση Ελευθερίας 53,6%, Φωνή Λογικής 36,1%. Επιπρόσθετα, ένα τέτοιο εγχείρημα θα προσέλκυε και το 34,1% της αδιευκρίνιστης ψήφου.
Τελευταίο αλλά καθόλου ασήμαντο: στο παζλ των παραγόντων που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την τελική εκλογή των ψηφοφόρων, συγκαταλέγονται και οι πιθανές εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά. Πάντως σ’ αυτό το πεδίο, οι τελευταίες αναταράξεις οδήγησαν στην πρώτη εμπλοκή με οπλισμένα τουρκικά αεροσκάφη, μετά από 34 μήνες. Και αυτό, ενώ εδώ και καιρό ορθώνεται ισχυρός αντίλογος για τη στρατηγική των ήρεμων νερών, που στην πράξη κάθε άλλο παρά ήρεμα αποδείχθηκαν.
Σε πείσμα των δεδομένων, ωστόσο, Καλή Χρονιά να έχουμε!
Διαβάστε επίσης