ΨΩΝΙΖΩ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Καλλιμάνης: Λατρεία για τη θάλασσα

Καλλιμάνης: Λατρεία για τη θάλασσα

Με πάνω από μισό αιώνα ιστορίας στην αγορά των κατεψυγμένων, η Καλλιμάνης είναι μια ελληνική εταιρεία που σιγά σιγά αγαπιέται σε όλον τον κόσμο.

Από τον Παναγιώτη Χριστόπουλο

Μπορεί το κατεψυγμένο ψάρι να είναι αντάξιο του φρέσκου; Όλοι γνωρίζουμε πως αυτό είναι αδύνατον.

Όσο, όμως, περισσότερο καταφέρνει να γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στην ποιότητα του δεύτερου από το πρώτο, τόσο πιο επιτυχημένη είναι μια εταιρεία που δραστηριοποιείται στο χώρο. Και η Καλλιμάνης δεν βρίσκεται τυχαία στη θέση της κορυφαίας επιχείρησης φρεσκοκατεψυγμένων αλιευμάτων στην Ελλάδα. Ούτε τυχαία συγκαταλέγεται ανάμεσα σ’ εκείνες τις εταιρείες που διαπρέπουν στο εξωτερικό.

Η ιστορία της επιχείρησης είναι γραμμένη με τρεις λέξεις: Δουλειά, επιμονή, ποιότητα. Η προσπάθεια να φέρει το οικονομικό, κατεψυγμένο προϊόν στο επίπεδο του νωπού δεν ήταν ούτε εύκολη, ούτε πέτυχε από τη μία ημέρα στην άλλη. Αυτή, όμως, η εμπειρία και η εξειδίκευση της επιχείρησης είναι που σήμερα την κατατάσσει ανάμεσα στις κορυφαίες του είδους της.

Από το λικέρ στα θαλασσινά

Ξεκίνησε το 1956. Και μάλιστα από έναν άλλο κλάδο. Δύο από τα παιδιά μιας πολύτεκνης οικογένειας από τη Βάλτα Καλαβρύτων κατέβηκαν στο Αίγιο. Ήταν ο Γιώργος και ο Θεόδωρος Καλλιμάνης, μόλις 21 και 24 ετών τότε. Ίδρυσαν μια ποτοποιία κι άρχισαν να φτιάχνουν το δικό τους λικέρ. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 είχαν ήδη επεκτείνει τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες στα κατεψυγμένα, ανοίγοντας ένα κατάστημα εμπορίας τροφίμων στο Αίγιο. Στα αμέσως επόμενα χρόνια άρχισαν να αναπτύσσουν ένα δίκτυο σε ολόκληρη την Πελοπόννησο.

Οι δουλειές πήγαιναν όλο και καλύτερα κι έτσι το 1989 τα δύο αδέλφια αποφάσισαν να συστήσουν την εταιρεία «Ο Σελινούντας», με σκοπό τη δημιουργία εργοστασίου επεξεργασίας και τυποποίησης κατεψυγμένων αλιευμάτων. Λίγο πριν τελειώσει εκείνη η χρονιά και πριν το εργοστάσιο προλάβει να μπει σε πλήρη λειτουργία, ο Γεώργιος Καλλιμάνης έφυγε αιφνίδια από τη ζωή. Κι όμως, η εταιρεία δεν σταμάτησε την ανοδική της πορεία. Τη θέση του πήρε η χήρα του, Βασιλική Καλλιμάνη, και με τα χρόνια μπήκαν στην επιχείρηση και τα παιδιά τους.

Το 1993, η δεύτερη κατά σειρά κόρη της οικογένειας, Ντίνα, ανέλαβε το εμπορικό τμήμα της εταιρείας, με το που ολοκλήρωσε τις σπουδές της. Έξι χρόνια αργότερα, και ο νεότερος αδερφός της οικογένειας (από τα 4 συνολικά παιδιά), Παναγιώτης, τέλειωσε με το Πανεπιστήμιο και μπήκε στην επιχείρηση, αναλαμβάνοντας το τμήμα προμηθειών. Πρόκειται, λοιπόν, για μια οικογενειακή επιχείρηση με τα όλα της…

Από το Αίγιο σε όλον τον κόσμο

Μια οικογενειακή επιχείρηση, όμως, που έβλεπε πολύ πιο μακριά από την έδρα της. Ήδη, το 1996 η Καλλιμάνης είχε ολοκληρώσει το δίκτυό της, καλύπτοντας όλη την ελληνική αγορά. Δύο χρόνια αργότερα, μέσα από μια επένδυση ύψους 2,5 εκατομμυρίων ευρώ, εκσυγχρόνισε το εργοστάσιο παραγωγής, ενώ το 1999 ίδρυσε υποκαταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Το 2000 έγινε η πρώτη εταιρεία του χώρου στην Ελλάδα που πιστοποιήθηκε με ISO 9001 του 2000 και HACCP, ενώ το 2001 πέρασε από τα κατεψυγμένα και στα ημιέτοιμα πιάτα με τα προϊόντα «Πιάτα Ημέρας Kallimanis».

Από το 2008 και μετά, εντατικοποίησε τις εξαγωγές της. Πρώτος σταθμός ήταν η Κύπρος, αλλά σύντομα ακολούθησαν η Αλβανία, τα Σκόπια και η Βουλγαρία, ενώ η εταιρεία δεν άργησε πολύ να φύγει από τα Βαλκάνια και να επεκταθεί και στη Δυτική Ευρώπη, και συγκεκριμένα σε Σουηδία, Γερμανία και Ολλανδία. Η ποιότητα των προϊόντων της, της άνοιξε το δρόμο ακόμη και στις πιο δύσκολες αγορές.

Η Καλλιμάνης διαθέτει οργανωμένο τμήμα προμηθειών, με μακροχρόνιες και σταθερές συνεργασίες, τόσο με μεγάλα αλιευτικά σκάφη υπερπόντιας αλιείας, όσο και με μεγάλες εταιρείες επεξεργασίας αλιευμάτων του εξωτερικού, κάτι που της εξασφαλίζει πλήρη γκάμα ψαριών και ψαρικών σε σταθερή βάση. Σήμερα διαθέτει και γραφεία σε Ισπανία, Βιετνάμ, Κίνα και Ινδία, εκεί δηλαδή απ’ όπου προέρχεται ο μεγαλύτερος όγκος αλιευμάτων της.

Η συνταγή για την κρίση

Όταν η οικονομική κρίση χτύπησε την Ελλάδα, η Καλλιμάνης είχε ήδη κάνει τα πρώτα της δυναμικά βήματα στο εξωτερικό και μπορούσε να αντιμετωπίσει την όλη κατάσταση με μεγαλύτερη αισιοδοξία. Όχι όμως ότι αγνόησε την εγχώρια αγορά. Εξ άλλου, η κρίση σήμαινε, για τον τομέα δραστηριοποίησης της Καλλιμάνης και το εξής: Ο Έλληνας δυσκολευόταν πια να έχει συχνά φρέσκο ψάρι στο πιάτο του. Η εναλλακτική του ήταν το κατεψυγμένο, αρκεί να ήταν ψηλής ποιότητας.

Η Καλλιμάνης, όμως, δεν περιορίστηκε στα ήδη ποιοτικά της προϊόντα, αλλά προσέφερε και νέα και αύξησε τις προσφορές της. Προσφορές, όχι μόνο στις περιόδους που η ζήτηση για ψάρια και ψαρικά είναι πεσμένη (π.χ. το χειμώνα), αλλά, όπως πιθανότατα θα έχετε διαπιστώσει αυτές της ημέρες, ακόμη και τώρα, στην Σαρακοστή.

«Σήμερα ο καταναλωτής δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο να προσφέρει στην οικογένειά του νωπό ψάρι και εκ των πραγμάτων στρέφεται προς τα κατεψυγμένα των οποίων η τιμή είναι σαφώς χαμηλότερη» δήλωσε η Ντίνα Καλλιμάνη. «Φιλοσοφία της εταιρείας μας είναι, στους δύσκολους αυτούς καιρούς, να μην κατεβάσουμε τον πήχη για τον καταναλωτή, αλλά αντίθετα να επενδύσουμε ακόμα περισσότερο στην ποιότητα, προσφέροντάς του ψάρι αντάξιο ενός φρεσκοαλιευμένου νωπού. Θεωρούμε πως είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε μια τέτοια περίοδο να δώσουμε τη δυνατότητα στους πολίτες να ξαναβάλουν στο καλάθι τους ένα τρόφιμο υψηλής διατροφικής αξίας όπως είναι το ψάρι».

Σήμερα η εταιρεία απασχολεί περίπου 150 υπαλλήλους στα δύο εργοστάσιά της στο Αίγιο, ενώ ο ετήσιος τζίρος της τα τελευταία χρόνια ξεπερνά τα 55 εκατομμύρια ευρώ, μια ισχυρή ένδειξη πως η συνταγή της ποιότητας, της επιμονής και της σκληρής δουλειάς μπορεί να αποδώσει εξαιρετικούς καρπούς.