ΜΠΑΣΚΕΤ

Την Παρασκευή το τελευταίο αντίο στον Γιάννη Ιωαννίδη

Την Παρασκευή το τελευταίο αντίο στον Γιάννη Ιωαννίδη

Στο κοιμητήριο της Θέρμης Θεσσαλονίκης θα κηδευτεί το απόγευμα της Παρασκευής (6/10) ο Γιάννης Ιωαννίδης – Επιμνημόσυνη δέηση στη Βούλα μια μέρα νωρίτερα.

Το ύστατο χαίρε στον Γιάννη Ιωαννίδη, θα έχουν την ευκαιρία να πουν φίλοι και γνωστοί την Παρασκευή (6/10). Στις 17:00 θα κηδευτεί ο εκ των κορυφαίων προπονητών στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ και επί σειρά ετών πολιτικός της χώρας μας. Η κηδεία του θα γίνει στο νεκροταφείο της Θέρμης στη Θεσσαλονίκη. Εκεί θα ταφεί στο οικογενειακό μνημείο.

Μία μέρα νωρίτερα, την Πέμπτη (5/10) στις 12:00 θα πραγματοποιηθεί επιμνημόσυνη δέηση στον Άγιο Ιωάννη της Βούλας. Προκειμένου να αποχαιρετήσουν τον «ξανθό» και όσοι είναι στην Αθήνα και δε θα μπορέσουν να ταξιδέψουν στη Θεσσαλονίκη για την κηδεία του.

Γιάννης Ιωαννίδης: Ο γεωπόνος που έγινε απ’ τους πιο πετυχημένους Έλληνες προπονητές της ιστορίας

Ο Γιάννης Ιωαννίδης αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό πίσω του. Ως ένας απ’ τους σημαντικότερους ανθρώπους του μπάσκετ, χωρίς όμως να ήταν αυτός ο μόνος τομέας ενασχόλησής του. Πάντα για τους φιλάθλους της χώρας, θα είναι ο… ενορχηστρωτής του μεγάλου Άρη των Γκάλη-Γιαννάκη, ο άνθρωπος που αναγέννησε τον Ολυμπιακό και πάντα είχε τον καημό της μη κατάκτησης του απόλυτου ευρωπαϊκού τροπαίου.

Γεννημένος στις 26 Φεβρουαρίου του 1945 στη Θεσσαλονίκη, οι γονείς του Δημήτρης και Ελένη, κατάγονταν απ’ την ιστορική Γευγελή. Από πολύ μικρός «κόλλησε» το… μικρόβιο του μπάσκετ. Μόλις στα 15 του χρόνια μάλιστα, άρχισε να αγωνίζεται με την ομάδα του Άρη. Παράλληλα, υπήρξε πολύ καλός μαθητής και εν συνεχεία φοιτητής Γεωπονικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Απ’ όπου και απέκτησε το πτυχίο του και προσελήφθη ως γεωπόνος στην Αγροτική Τράπεζα.

Ως πλέι μέικερ τελείωσε την καριέρα του στον αγαπημένο του Άρη. Εκεί όπου άρχισε και την σταδιοδρομία που τον έκανε γνωστό στο πανελλήνιο. Την προπονητική. Στα 33 του ανέλαβε τους Θεσσαλονικείς. Μετά από ένα χρόνο πήγε στον Γ.Σ. Λάρισας, για να επιστρέψει στον Άρη το 1982 για μια υπέρλαμπρη 8ετία.

Με τον «Θεό του πολέμου» κατέκτησε 8 πρωταθλήματα Ελλάδας, 5 Κύπελλα, ενώ για τρία σερί χρόνια πήγε στο Final 4 χωρίς επιτυχία. Το 1990 μετακόμισε στον Πειραιά για λογαριασμό του Ολυμπιακού. Έγινε ο μεγάλος «προδότης» για τους Θεσσαλονικείς, αρχίζοντας ουσιαστικά το ντόμινο των αποχωρήσεων και του τέλους της ομάδας που καθήλωσε όλους τους Έλληνες τη δεκαετία του ’80.

Στον Ολυμπιακό έμεινε πέντε χρόνια, παίρνοντας τέσσερα πρωταθλήματα, 1 κύπελλο και πηγαίνοντας σε δύο Final 4, όπου γνώρισε ισάριθμες ήττες στους τελικούς. Έφυγε το 1996 απ’ το λιμάνι για να πάει στην ΑΕΚ. Με την Ένωση υπήρξε φιναλίστ του κυπέλλου και φυσικά σε ένα ακόμη Final 4, χωρίς επιτυχία για 6η φορά (1998).

Το 1999-00 επέστρεψε στον Ολυμπιακό σε μια άκρως αποτυχημένη σεζόν, ενώ το 2002-03 ανέλαβε τις τύχες της Εθνικής ομάδας. Κάπου εκεί ήταν και το τέλος της προπονητικής του καριέρας, με την οποία κατόρθωσε να γίνει εκ των κορυφαίων Ελλήνων προπονητών της ιστορίας.

Άφησε το μπάσκετ και ασχολήθηκε με την πολιτική. Το 2004 εξελέγη βουλευτής στην Α’ περιφέρεια Θεσσαλονίκης με τη Νέα Δημοκρατία. Μετά και τις εκλογές του 2007, διορίστηκε υφυπουργός πολιτισμού υπεύθυνος για θέμα αθλητισμού. Διατηρώντας το πόστο του μέχρι τον Οκτώβριο του 2009.

Εκείνη τη χρονιά επανεξελέγη και άσκησε καθήκοντα Υπεύθυνου Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Αθλητισμού της Νέας Δημοκρατίας. Τον Ιούνιο του 2012, τέλος, ανέλαβε τη θέση του Υφυπουργού Αθλητισμού.