Crime Study: Η πρώτη λεωφορειοπειρατεία στην Ελλάδα - Ένα φιάσκο με τραγικές συνέπειες
Ο 27χρονος Ελληνορουμάνος είχε πραγματοποιήσει ομηρία σε διαμέρισμα στα Πατήσια. Η επέμβαση της αστυνομίας ήταν αποτυχημένη, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί η νεαρή ένοικος Αμαλία Γκινάκη. Ο Ματέι θα βρεθεί τρεις μέρες αργότερα νεκρός στο κελί του -στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού.
Μια ομηρία αποτελεί σπάνιο περιστατικό για τα δεδομένα της Ελλάδας, όμως, μόλις 8 μήνες αργότερα, όλη η χώρα παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα ακόμη μια τέτοια περίπτωση. Μάλιστα, ήταν η πρώτη φορά που κάποιος πραγματοποιούσε ομηρία σε λεωφορείο.
Για να φτάσουμε όμως σε εκείνη τη μέρα θα πρέπει να πάμε ακόμη πιο πίσω στον χρόνο και να συναντήσουμε τον Φλαμούρ Πίσλι και τον μικρότερο αδερφό του, Έντι. Οι δυο τους είχαν εγκατασταθεί από μικρή ηλικία στο χωριό Κάτω Σχολάρι, όπου ζούσαν μόνιμα και εργαζόντουσαν.
Ο Έντι, συνάπτει σχέση με τη γυναίκα του εργοδότη του και αυτή μένει έγκυος. Οι δυο τους φεύγουν από το χωριό δίχως να αφήσουν πίσω τους ίχνη. Κανείς δεν γνωρίζει πού βρίσκονται. Το νέο διαδίδεται στη μικρή κοινωνία και δημιουργείται σούσουρο. Μην ξεχνάμε πως εκείνη την εποχή υπήρχε αρκετός ρατσισμός απέναντι στους Αλβανούς.
Σύμφωνα με όσα θα ισχυριστεί ο Πίσλι, ο σύζυγος ήθελε να πάρει εκδίκηση από τον Έντι. Ωστόσο, δεν μπόρεσε να τον εντοπίσει και έτσι στράφηκε κατά του αδερφού του. Σύμφωνα με σχετικά δημοσιεύματα, αυτός και ένας σύνεργός του «φύτεψαν» τρία καλάσνικοφ στο σπίτι όπου δούλευε ο Φλαμούρ και τον κατήγγειλαν στην Αστυνομία. Έπειτα από έλεγχο τα όπλα βρέθηκαν, τον συνέλαβαν και τελικά καταδικάστηκε.
Στη φυλακή κακοποιήθηκε και μόλις εξέτισε την ποινή του απελάθηκε. Θα έλεγε κανείς ότι η περιπέτειά του είχε τελειώσει, όμως η επιστροφή στην Αλβανία δεν ήταν ιδανική. Φίλοι και γνωστοί τoν χλεύαζαν για την αποτυχημένη του πορεία στην Ελλάδα, ενώ η γυναίκα με την οποία διατηρούσε σχέση τον χώρισε.
Όντας απογοητευμένος και οργισμένος επιστρέφει στην Ελλάδα -πιθανότατα παράνομα. Στρέφεται για βοήθεια στη γυναίκα που τον φιλοξενούσε στο χωριό, όμως, για ακόμη μια φορά έρχεται αντιμέτωπος με την απόρριψη. Αυτό προκαλεί περισσότερο θυμό στον Φλαμούρ, ο οποίος ψάχνει τρόπο για να εξιλεωθεί.
Στις 29 Μάϊου του 1999, επιβιβάζεται στο λεωφορείο του ΚΤΕΛ Θεσσαλονίκης. Όταν αυτό ξεκινάει την πορεία του, ο Πίσλι αποκαλύπτει σε οδηγό και επιβάτες πως έχει στην κατοχή του ένα Καλάσνικοφ και δυο χειροβομβίδες. Έχει καταλάβει το όχημα και έτσι ξεκινά η πρώτη λεωφορειοπειρατεία στην Ελλάδα. Για κάποιο περίεργο λόγο πίστευε πως, αν οδηγούσε το ΚΤΕΛ με τους επιβάτες στην Αλβανία, θα γινόταν εθνικός ήρωας. Πριν γίνει αυτό όμως, ήθελε να κλείσει κάποιους ανοιχτούς λογαριασμούς.

Πρώτη στάση του νέου δρομολογίου αποτέλεσε το σπίτι ενός εκ των δυο ανδρών που πίστευε ότι έστησαν την πλεκτάνη η οποία τον έστειλε στη φυλακή. Βλέποντας τον άνοιξε πυρ χωρίς να πετύχει τον στόχο του. Στη συνέχεια ζήτησε από τον οδηγό να τον πάει έξω από το σπίτι της γυναίκας που αρνήθηκε να τον δεχθεί πίσω. Εκεί, αρκέστηκε σε κάποιες βρισιές. Τέλος, θέλησε να πάρει εκδίκηση και από τον δεύτερο άνδρα που θεωρούσε υπεύθυνο για όσα είχε ζήσει, όμως, το λεωφορείο δεν χωρούσε στον στενό δρόμο όπου έμενε.
Στόχος του ήταν να κατευθυνθεί το λεωφορείο προς την Αλβανία. Ο δράστης είχε πείσει τον εαυτό του ότι αυτή η κίνηση θα τον μετέτρεπε σε εθνικό ήρωα. Η είδηση είχε αρχίσει να διαδίδεται και δημοσιογράφοι από δεκάδες μέσα άρχισαν να ακολουθούν το λεωφορείο -μεταδίδοντας ακόμη μια ομηρία ζωντανά στην τηλεόραση.

Ο Φλαμούρ χρησιμοποιούσε τα κινητά των ομήρων για να επικοινωνήσει με τις αρχές. Ζήτησε 3 Καλάσνικοφ και 50 εκατομμύρια δραχμές. Πριν ξεκινήσει την πορεία προς τα Ελληνοαλβανικά σύνορα, θέλησε να βρεθεί σε αστυνομικό τμήμα της Θεσσαλονίκης με σκοπό να αποδείξει την αθωότητά του.
Αφήνει ελεύθερους κάποιους επιβάτες. Στην αρχή της πειρατείας είχε ζητήσει να κατέβουν οι ηλικιωμένοι. Τελικά, δεν φτάνει ποτέ στο Α.Τ. της Θεσσαλονίκης.
Οι κάμερες κατέγραφαν κάθε του κίνηση. Από το παράθυρο του λεωφορείου έκανε δηλώσεις στα κανάλια -με τους ομήρους να κρατούν τα μικρόφωνα σαν ρεπόρτερ. Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει στον Γεώργιο Κουλούρη. Έναν άνδρα 28 ετών, τον οποίο μπορεί κανείς να δει δίπλα στον δράστη σχεδόν σε κάθε φωτογραφία και βίντεο.
Αυτός, μια ακόμη επιβάτισσα και ο οδηγός, είχαν αναλάβει χρέη διαμεσολαβητών. Μετρούσαν τα χρήματα, μιλούσαν στους δημοσιογράφους και βοηθούσαν στην επικοινωνία. Στην Κοζάνη πραγματοποιείται η προτελευταία στάση. Οι αρχές δίνουν τα χρήματα και τα όπλα που είχε ζητήσει ο Πίσλι. Επιστρέφει τα Καλάσνικοφ και κρατά μόνο τα λεφτά. Δείχνει σχετικά πρόθυμος να κάνει διάλογο με τις αρχές και φαντάζει μπερδεμένος.

Η ΕΛ.ΑΣ. εκείνη την περίοδο δεν είχε μεγάλη εμπειρία σε τέτοιου είδους καταστάσεις και οι ανώτεροι ένιωθαν να ακροβατούν σε μια λεπτή κλωστή, λόγω του πρόσφατου φιάσκου με τον Σορίν Ματέι. Ο Αλβανός δράστης είχε σκοπό να παραδοθεί, είτε στην πλατεία της πόλης του είτε στα Τίρανα. Το λεωφορείο πλέον κινούνταν προς την Αλβανία. Γύρω στις 10 το βράδυ πετάει τη χειροβομβίδα που κρατούσε για ώρες απασφαλισμένη στο χέρι του από το παράθυρο. Αξίζει να αναφέρουμε ότι δεν εξερράγη. Δεν έχει αποσαφηνιστεί αν ήταν πραγματική ή ρέπλικα.
Το επόμενο πρωί βρίσκει το λεωφορείο στην Αλβανία. Οι ντόπιοι αστυνομικοί κλείνουν τον δρόμο με δυο νταλίκες -λίγο έξω από την πόλη Ελμπασάν. Μια σημαντική λεπτομέρεια είναι πως, μόλις δυο χρόνια πριν η χώρα είχε ζήσει μια τεράστια εξέγερση, που είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχουν χιλιάδες νεκροί.
H ελληνική πλευρά είχε ζητήσει να μην υπάρξει κάποια βίαιη επιχείρηση, όμως, οι Αλβανοί αστυνομικοί ήταν αρκετά νευρικοί. Ζήτησαν από τον Πίσλι να παραδοθεί, αυτός αρνήθηκε και τότε οι κάμερες κατέγραψαν μια συγκλονιστικά τραγική στιγμή.
Οι πόρτες ανοίγουν και οι Αστυνομικοί αρχίζουν να πυροβολούν αδιακρίτως. Ο Γιώργος Κουλούρης -που ήταν από τους ανθρώπους «κλειδιά» ώστε να κρατήσει την ψυχραιμία του ο δράστης- πέφτει νεκρός από τις σφαίρες. Μια επιβάτιδα τραυματίζεται στον λαιμό και εντέλει οι αστυνομικοί σκοτώνουν τον δράστη.
Η επέμβαση ήταν ένα φιάσκο με τραγικές συνέπειες. Ο Πίσλι θεωρήθηκε εκείνη την περίοδο «ήρωας που πήρε εκδίκηση για όσα πέρασε στην Ελλάδα» από τους ομοεθνείς του. Στη δική μας πλευρά, προφανώς, τα πράγματα ήταν διαφορετικά και επικράτησε μεγάλη σύγχυση και εκνευρισμός στη δημόσια σφαίρα.
Σύμφωνα με το Wikipedia: «Το ελληνικό Υπουργείο Δημόσιας Τάξης, επισημαίνοντας ότι οι αλβανικές αρχές δεν επέτρεψαν την επέμβαση των Ελλήνων αστυνομικών, επέρριψε την αποκλειστική ευθύνη στην ηγεσία της αστυνομίας της γειτονικής χώρας. Οι συγγενείς του Γεώργιου Κουλούρη προσέφυγαν στη δικαιοσύνη, ωστόσο οι αλβανικές υπηρεσίες έθεσαν την έρευνά τους στο αρχείο, δίχως να αποδώσουν ευθύνες για το θάνατο του Έλληνα επιβάτη».

Στις 14 Ιουλίου του 1999, περίπου ενάμιση χρόνο μετά, ο επίσης Αλβανός Άρμπεν Σούφα, πραγματοποιεί μια παρόμοια λεωφορειοπειρατεία στο Πολύκαστρο. Η υπόθεση μοιάζει καρμπόν, με τον δράστη να ζητά αρχικά πορεία προς Αστυνομικό τμήμα για να καταγγείλει την κακομεταχείριση που δέχθηκε από τις αρχές. Ο δράστης χρησιμοποιεί επίσης όπλα και χειροβομβίδα, ενώ απαιτεί χρήματα και πορεία προς την Αλβανία.
Αυτή τη φορά οι αρχές κράτησαν τους δημοσιογράφους σε απόσταση και ήταν αποφασισμένες να λύσουν το ζήτημα εντός συνόρων.
Έπειτα από τις ηρωικές προσπάθειες δυο επιβατών που πάλεψαν με τον δράστη, αλλά και τη συνδρομή των δυνάμεων των ΕΚΑΜ, ο Σούφα πέφτει νεκρός. Ευτυχώς, χωρίς παράπλευρες απώλειες. Έκτοτε, έχουν πραγματοποιηθεί ακόμη δυο λεωφορειοπειρατείες στην Ελλάδα -το 2000 και το 2004.
Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε ότι η τραγική ιστορία του Πίσλι και των επιβατών του μοιραίου δρομολογίου, ενέπνευσε τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο Κωνσταντίνο Γιάνναρη, με αποτέλεσμα την ταινία «Όμηρος» του 2005.
Κάπως έτσι έληξε η πρώτη λεωφορειοπειρατεία στην Ελλάδα. Με έναν Έλληνα όμηρο και τον δράστη να πέφτουν νεκροί από τις σφαίρες των Αλβανών αστυνομικών. Η οικογένεια του Κουλούρη δεν δικαιώθηκε ποτέ, ενώ μέσα στα χρόνια το περιστατικό έχει σχεδόν ξεχαστεί. Ωστόσο, παραμένει σοκαριστικό και αποτελεί ένα τρανό παράδειγμα του πόσο σημαντική είναι η εκπαίδευση των σωμάτων ασφαλείας.