ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Το 90% των εμπόρων βιώνουν καταστροφή σύμφωνα με την ΕΣΕΕ

Το 90% των εμπόρων βιώνουν καταστροφή σύμφωνα με την ΕΣΕΕ

Καθολική απογοήτευση από την πορεία του εμπορίου, τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο καταγράφεται σε έρευνα της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου με θέμα «το μέλλον και η εκπροσώπηση του εμπορίου», καθώς ποσοστό 90% δηλώνει ότι πάει προς το χειρότερο.

Υπάρχει έλλειψη προοπτικής και ελπίδας, καθώς το 76,5% δηλώνει ότι «τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμα» και η τάση αυτή ήταν κυρίαρχη σε όλες τις επιμέρους ομάδες εμπόρων, καθώς και σε όλες τις περιοχές ή ηλικίες, με απειροελάχιστες αποκλίσεις. Σε γενικές γραμμές, ως σημείο καμπής παρουσιάζεται το 2004. Από εκεί και μετά αποτυπώνεται μια επιδείνωση της κατάστασης που έγινε ραγδαία την τελευταία 3ετία. Τα συναισθήματα συμπυκνώνονται στο τρίπτυχο: Φόβος - Λύπη - Θυμός. Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι περισσότεροι έμποροι αισθάνονται φοβισμένοι, ελάχιστα δημιουργικοί, με ισχυρά συμπτώματα παραίτησης.

Εξαίρεση

Μόνη (μικρή) εξαίρεση σε αυτό το κλίμα είναι κάποιοι έμποροι νεώτερης ηλικίας που δραστηριοποιούνται σε χώρους μεγαλύτερης εξειδίκευσης, οι οποίοι διατηρούν κάποια στοιχεία αισιοδοξίας. Θεωρούν δε πως είναι μια στιγμή που πρέπει να εντοπίσουν ευκαιρίες και να δραστηριοποιηθούν, καθώς η κρίση απαιτεί δημιουργία, εγρήγορση και ευκαιρίες.

Η κρίση στο εμπόριο θεωρείται απότοκος της γενικότερης κρίσης. Ως κύρια αίτιά της καταγράφονται η οικονομική Αστάθεια, οι μειώσεις μισθών, η αβεβαιότητα και το κλίμα φόβου.

Σε αυτό το κλίμα, όπως σημειώνεται, βρίσκουν έδαφος να αναπτυχθούν και αρκετές θεωρίες συνομωσίας, σύμφωνα με τις οποίες η Ελλάδα είναι «στόχος εξόντωσης» από «εξωτερικές» δυνάμεις.

Ως βασικότερα προβλήματα του εμπορικού κόσμου καταγράφηκαν τα εξής:
- Έλλειψη Ρευστότητας (έμποροι και καταναλωτές)
- Αδυναμία καταβολής Φ.Π.Α
- Έλλειψη χρηματοδότησης από τράπεζες
- Δυσπιστία ξένων εταιριών και αναγκαστική προκαταβολή εμπορεύματος
- Εφορία - ΣΔΟΕ (+διαφθορά)
- Υψηλή Φορολογία
- Προβληματικές διαδικασίες για ένταξη σε προγράμματα ΕΣΠΑ
- Πολυκαταστήματα
- Παραεμπόριο(Κινέζικα προϊόντα)
- Συνεχείς αλλαγές στα οικονομικά μέτρα (κατά συνέπεια αδυναμία οργάνωσης επιχείρησης)
- Συνεχώς τροφοδοτούμενο φοβικό περιβάλλον στο καταναλωτικό κοινό (και από ΜΜΕ)

Γενικά παρατηρείται διάρρηξη σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ κράτους - εμπόρων («δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε το κράτος», «εμένα το κράτος με κάνει κλέφτη γιατί ξέρω ότι το κράτος είναι κλέφτης»), ενώ ως κυρίαρχη προτεραιότητα καταγράφεται το ζήτημα της ρευστότητας (76%).

Στην ερώτηση «Από ποιον περιμένετε βοήθεια σε αυτήν την περίοδο της κρίσης;», αποτυπώνεται πάλι η κυρίαρχη απαισιοδοξία του εμπορικού κόσμου.

Οι περισσότερες προσδοκίες είχαν εναποτεθεί σε εξωτερικούς παράγοντες (Κυβέρνηση 40%, αυτοδιοίκηση 25%). Ο συνδυασμός προσδοκίας κυρίως από το κράτος και παράλληλα η αίσθηση ότι το κράτος αποτελεί βασικό «αντίπαλο» των εμπόρων, λειτουργεί εντελώς απορρυθμιστικά στο όλο τοπίο και εντείνει σημαντικά τη σύγχυση και την απογοήτευση των εμπόρων.

Πολύ σημαντικό τμήμα εκφράζει την απογοήτευσή του με αναφορές στη μεταφυσική, λέγοντας ότι «μόνη ελπίδα είναι ο Θεός» (12% σε αυθόρμητη αναφορά.)

Έτσι, ο συνολικός βαθμός προσδοκιών καταγράφεται πολύ χαμηλός, επιβεβαιώνοντας το κλίμα γενικευμένης απαισιοδοξίας, με μια πολύ μικρή διαφοροποίηση σε νεότερους ηλικιακά εμπόρους, οι οποίοι είναι πιο «αισιόδοξοι», σε ό,τι αφορά τις πρωτοβουλίες του ίδιου του εμπορικού κόσμου.

Για την Κυριακάτικη λειτουργία των καταστημάτων η συντριπτική πλειοψηφία δεν επιθυμεί κάτι τέτοιο και οι βασικοί λόγοι για τους οποίους εναντιώνονται είναι:

- Αθέμιτος ανταγωνισμός. («Εάν ανοίξουν οι άλλοι υποχρεώνεσαι να ανοίξεις», απαντούν).
- Υψηλότερο κόστος λόγω απασχόλησης υπαλλήλου
- Αμελητέα διαφοροποίηση στα έσοδα («τα λεφτά λείπουν όχι ο χρόνος»)
- Κοινωνικοί. («Δεν θα έχουμε χρόνο να δούμε τις οικογένειές μας»).
- Σεβασμός στην αργία.

Τέλος, σχετικά με τις δράσεις πάταξης του παρεμπορίου μολονότι το θέμα παραμένει ψηλά στις ιεραρχήσεις του εμπορικού κόσμου, υπάρχει η αίσθηση ότι έχει παρουσιαστεί σημαντική βελτίωση. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι το πρόβλημα πλέον εστιάζεται λιγότερο στα εμπορεύματα στο δρόμο και περισσότερο στη λειτουργία παράνομων καταστημάτων, κυρίως στο κέντρο της Αθήνας.