ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Βλάχος στο Newsbomb.gr: «Το κάλεσμα σε αποστασία έχει διαχρονικά ένα όνομα: Μητσοτάκης»

Βλάχος στο Newsbomb.gr: «Το κάλεσμα σε αποστασία έχει διαχρονικά ένα όνομα: Μητσοτάκης»
Φωτογραφία αρχείου / InTime

Ως «σκάνδαλο μεγατόνων, που ακουμπά το σύνολο της πολιτικής και οικονομικής ζωής» της χώρας, χαρακτηρίζει την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη, ο Παναγιώτης Βλάχος, μιλώντας στο Newsbomb.gr.

Ο γραμματέας επικοινωνίας του ΠΑΣΟΚ, υποστηρίζει ότι «στο Μαξίμου στήθηκε ένα επιτελικό παρακράτος, που δεν διστάζει να καταστρέφει αποδεικτικά στοιχεία, να ψεύδεται, να απειλεί, να παραπληροφορεί».

Σχολιάζοντας τα σενάρια της επόμενης ημέρας, μετά τις εκλογές, συνδυαστικά με τα όσα στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός για κάλεσμα σε στελέχη άλλων κομμάτων να συμμετέχουν σε μια κυβέρνηση της ΝΔ, σημείωσε ότι το «κάλεσμα σε αποστασία έχει διαχρονικό όνομα στην ελληνική πολιτική ζωή. Μητσοτάκης».

Αναλυτικά η συνέντευξη του Παναγιώτη Βλάχου στο Newsbomb.gr

Κύριε Βλάχο, ποια είναι τα συμπεράσματα στα οποία έχετε καταλήξει από τις εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής που ερευνά την υπόθεση της παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη; Είστε ικανοποιημένοι;

Η ΝΔ σαμποτάρισε το έργο της Επιτροπής, εξού και το ΠΑΣΟΚ αποχώρησε στην τελευταία συνεδρίαση καταγγέλλοντας την για κοροϊδία. Η μη κλήση των βασικών μαρτύρων, οι μέθοδοι εξέτασης, το «κατενάτσιο» σιωπής με πρόφαση ένα ανύπαρκτο απόρρητο, οι ψευδείς διαρροές, όλα δείχνουν ένα καθεστώς σε πανικό.

Παρόλαυτα υπάρχουν δημόσιοι λειτουργοί, όπως ο κ. Ράμμος, πρόεδρος της ΑΔΑΕ που σέβονται το θεσμό που εκπροσωπούν και στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Η κατάθεσή του ήταν καθοριστική για να επιβεβαιώσει ότι στο Μαξίμου στήθηκε ένα επιτελικό παρακράτος, που δεν διστάζει να καταστρέφει αποδεικτικά στοιχεία, να ψεύδεται, να απειλεί, να παραπληροφορεί.

Γιατί κατηγορείτε την κυβέρνηση για «απόπειρα συγκάλυψης» της υπόθεσης;

Γιατί υπάρχει μια σειρά διαβολικών συμπτώσεων, για τις οποίες δεν δόθηκαν απαντήσεις, ενώ κατέρρευσαν όλα τα επιχειρήματα της κυβερνητικής πλευράς. Γιατί την ημέρα που ο κ. Ανδρουλάκης στέλνει τους δικηγόρους του στην ΑΔΑΕ, ο κ. Κοντολέων καταστρέφει τα αρχεία; Μήπως για να μη μαθευτεί για ποιο λόγο δόθηκε παράταση παρακολούθησης του κ. Ανδρουλάκη πέρα από το δίμηνο;

Γιατί η ΕΥΠ ξεκινά να τον παρακολουθεί λίγες ημέρες μετά το Predator; Μήπως γιατί απέτυχαν να παγιδεύσουν το κινητό του; Και αποτελούσε “εθνικό κίνδυνο” ως υποψήφιος αρχηγός και μόλις εξελέγη έπαψε να απειλεί την εθνική ασφάλεια; Επιπλέον, δείτε πως χειρίζονται το θέμα του απορρήτου της Εξεταστικής: για τον κ. Ρουμπάτη μοιράζουν non paper, αλλά τα στόματα μένουν κλειστά για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ.

Πρόκειται για καραμπινάτο σκάνδαλο και προκλητική συγκάλυψη. Ακόμη και σήμερα καλούμε τον κ. Μητσοτάκη να άρει το απόρρητο, ως πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ και να σταματήσουν τις αστειότητες ότι τους “κουράσαμε” με την υπόθεση.

Πρόκειται για σκάνδαλο μεγατόνων, που ακουμπά το σύνολο της πολιτικής και οικονομικής ζωής. Πίσω από τον κ. Ανδρουλάκη είναι κάθε πολίτης, είναι τα θεμελιώδη δικαιώματά του, είναι ο αγώνας να παραμείνουμε μια δημοκρατία με θεσμούς που λειτουργούν και όχι μια αυταρχική μπανανία.

Προ ολίγον ημερών, από τη Θεσσαλονίκη, ο Νίκος Ανδρουλάκης άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ με κάποιο άλλο κόμμα, έτσι ώστε η χώρα να αποκτήσει κυβέρνηση από την Κυριακή της απλής αναλογικής. Θα μπορούσατε, δηλαδή, να συνεργαστείτε με τη Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, με εκείνον που καταγγέλλετε για την παρακολούθηση του αρχηγού σας;

Ας το κάνουμε και από δω σαφές: στην Ευρώπη, όταν δεν προκύπτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, τα κόμματα συζητάνε προγραμματικά και συναποφασίζουν μια ατζέντα συγκυβέρνησης μετεκλογικά. Εμείς δεν θα κινηθούμε στο παρασκήνιο μοιράζοντας καρέκλες. Καταθέτουμε αξίες, πρόγραμμα, πρόσωπα και ζητάμε από τους πολίτες να αξιολογήσουν και να επιλέξουν. Είμαστε με το 30-35% της κοινωνίας που αναζητά κάτι άλλο από τους Μητσοτάκη και Τσίπρα.

Επιτρέψτε μου όμως να σχολιάσω ότι αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα, είναι πρωτοφανές και αγγίζει τα όρια του παροξυσμού, να πρέπει κάθε 1-2 μέρες να συζητάμε μια δημοσκόπηση και να καλούμαστε να πουμε τι θα πράξουμε ερήμην του λαού. Γιατί δεν ρωτούσαν τον κ. Τσίπρα το 2012 με ποιον θα συνεργαστεί και πρέπει το ΠΑΣΟΚ να μπαίνει διαρκώς σε μια πρόωρη, απολίτικη συζήτηση;

Η απάντηση είναι απλή: για να καθοδηγήσουν τις επιλογές του. Αυτό που δεν κατάφεραν με τις παρακολουθήσεις, θέλουν να το πετύχουν με μιντιακή και δημοσκοπική πίεση. Και φυσικά, με καλέσματα σε αποστασία, σαν αυτό που εκστόμισε ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ. Δεν περιμέναμε βέβαια κάτι λιγότερο. Το κάλεσμα σε αποστασία έχει διαχρονικό όνομα στην ελληνική πολιτική ζωή.

Τι ακριβώς σημαίνει το «ισχυρό ΠΑΣΟΚ» που αναφέρετε; Υπάρχει κάποιος πήχης;

Ισχυρό ΠΑΣΟΚ σημαίνει η δυνατότητα να αποτελέσει κορμό μιας σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης. Τη δυνατότητα να εφαρμόσει το πρόγραμμά του για να επιστρέψουν τα αιτήματα της κοινωνίας στο προσκήνιο και να μη διοικείται η χώρα από παρέες και ολιγάρχες.

Ισχυρό ΠΑΣΟΚ σημαίνει να αποτελέσουν παρελθόν Μητσοτάκης και Τσίπρας, δυο ηγέτες που διχάζουν, μοιάζουν στις καθεστωτικές πρακτικές, κρατούν τις μεγάλες δυνατότητες του λαού μας καθηλωμένες και τον εθίζουν στην ελεημοσύνη και στην προπαγάνδα. Ισχυρό ΠΑΣΟΚ σημαίνει να ανοίξει ένα παράθυρο αισιοδοξίας και ελπίδας ότι μπορείς, ανεξάρτητα από το ποιος είσαι, τι κληρονόμησες, από που κατάγεσαι, τι πιστεύεις, να μπορείς να ευημερήσεις και να είσαι ενεργό μέλος μιας ανοιχτής, δημοκρατικής κοινωνίας.

Οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δεν καταγράφουν κέρδη του κόμματός σας από την υπόθεση των υποκλοπών. Μήπως επιμένετε υπερβολικά για ένα ζήτημα που δεν αφορά την κοινωνία;

Δεν μπαίνει στο ζύγι ένα σκάνδαλο που αφορά στη δημοκρατία με τα προβλήματα καθημερινότητας. Προφανώς και οι πολίτες αγωνιούν για το πως θα τα βγάλουν πέρα, προφανώς όμως αξιολογούν και τον πρωθυπουργό και τις πρακτικές του σε βάθος χρόνου. Ένα κόμμα που έχει βαθύνει τη δημοκρατία στον τόπο, όπως το ΠΑΣΟΚ, έχει αξιακό καθήκον να φτάσει αυτή η υπόθεση μέχρι τέλους.

Δεν είναι προσωπικό ζήτημα, ούτε βεντέτα. Μας αφορά όλους. Δίνουμε μια μάχη για να μη μπορεί κανείς πρωθυπουργός στο μέλλον να διαχειρίζεται την εξουσία ως λάφυρο με την παρέα του. Επίσης, ας μην βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα, όταν η Δικαιοσύνη τώρα ξεκινά την έρευνά της. Ας θυμηθούν κάποιοι πως ξεκίνησε η υπόθεση του Βατοπεδίου.

Επειδή βρισκόμαστε σε πορεία εκλογών, ούτως ή άλλως, το βασικό θέμα που απασχολεί τους πολίτες είναι το ζήτημα της ακρίβειας και των τιμών στην ενέργεια. Το «ιβηρικό μοντέλο» θα μπορούσε να είναι το παράδειγμα της συγκράτησης των τιμών;

Η Κυβέρνηση μοιράζει επιδόματα που καταλήγουν στις τσέπες αυτών που μεγαλώνουν το πρόβλημα, δηλαδή των εταιριών ενέργειας. Κουκουλώνει το πρόβλημα και δεν δίνει λύση σε βάθος χρόνου.

Όταν το ΠΑΣΟΚ γίνει κυβέρνηση, η χώρα θα πραγματοποιήσει μια δίκαιη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με ταυτόχρονη μείωση των έμμεσων φόρων στα καύσιμα. Θα αξιοποιήσουμε το Ταμείο Ανάκαμψης για να μην πληρώσει τα σπασμένα ο λαός, αλλά να επιδοτήσουμε φωτοβολταϊκά στις στέγες του, την ενεργειακή αναβάθμιση των σπιτιών του, κίνητρα για ηλιακούς θερμοσίφωνες στις ταράτσες, όπως κάνει η Ισπανία και φυσικά εκσυγχρονισμό του δικτύου μας, που παραμένει απαρχαιωμένο και χωρίς διασύνδεση με το εξωτερικό.

Θεωρείτε, δηλαδή, ότι η κυβέρνηση κάνει λάθος που επιδοτεί τους λογαριασμούς; Τι θα έπρεπε να κάνει;

Τα μέτρα είναι βραχυπρόθεσμα και δεν αρκούν. Η επιδότηση της κιλοβατώρας και όχι η οριζόντια μοιρασιά επιδομάτων έπρεπε να έχει συμβεί εξαρχής. Όπως και το πλαφόν στη λιανική για να μοιραστεί το κράτος με τις εταιρείες ενέργειας το κόστος.

Είναι ζήτημα δικαιοσύνης να φορολογηθούν τα υπερκέρδη των εταιριών ενέργειας που δεν θέλει να “ακουμπήσει” ο κ. Μητσοτάκης, να μειωθεί ο ειδικός φόρος στα καύσιμα που δεν αποδίδει, να παρέμβει η ΡΑΕ και η Επιτροπή Ανταγωνισμού στην αγορά, να δωθούν δωρεάν εισιτήρια για τα μέσα μεταφοράς στους μη προνομιούχους. Οδήγησαν τους πολίτες στο φυσικό αέριο και τώρα τους λένε θα σας επιδοτήσουμε το πετρέλαιο και τα καυσόξυλα.

Αν είχαν ακούσει τις προτάσεις μας πριν ένα χρόνο, δεν θα χρειαζόντουσαν μόνο τα επιδόματα και οι πολίτες θα είχαν δει διαφορά στην τσέπη τους, ενώ ταυτόχρονα η χώρα θα προετοιμαζόταν καλύτερα για τη μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.