ΑΠΟΨΕΙΣ

Αθήνα καλεί Βρυξέλλες: Αναμονή με (μεγάλη) χρέωση

Αθήνα καλεί Βρυξέλλες: Αναμονή με (μεγάλη) χρέωση

Όσοι επένδυσαν όλους αυτούς τους μήνες στην ΕΕ για τη λύση στο ενεργειακό κόστος και την ακρίβεια, θα πρέπει να επανασχεδιάσουν την στρατηγική και τις προτεραιότητές τους.

Τα συμπεράσματα ενός ακόμη Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είναι χαρακτηριστικά της αδυναμίας της ΕΕ να λάβει αποφασιστικά μέτρα για την ανάσχεση του ενεργειακού κόστους και της ακρίβειας:

«Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί τα κράτη μέλη και την Επιτροπή να συνεχίσουν να κάνουν βέλτιστη χρήση της εργαλειοθήκης, συμπεριλαμβανομένου του νέου πλαισίου κρίσης για τις κρατικές ενισχύσεις, ως χρονικά περιορισμένη απόκλιση από το status quo. Όπως προτείνει η Επιτροπή, η προσωρινή φορολόγηση ή οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις στα υπερβολικά κέρδη (σ.σ. επιχειρήσεων ενέργειας) μπορεί να είναι χρήσιμη πηγή εθνικής χρηματοδότησης».

Εν τω μεταξύ:

Βέλγιο, Κύπρος, Τσεχία, Εσθονία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία έχουν προχωρήσει σε μειώσεις φόρων (ΦΠΑ ή/και Φόρων στα Καύσιμα).

Βέλγιο, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο έχουν προχωρήσει σε ρύθμιση των τιμών ενέργειας λιανικής.

Γαλλία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν προχωρήσει σε ρύθμιση των τιμών ενέργειας χονδρικής.

Βουλγαρία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ρουμανία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο έχουν προχωρήσει σε νομοθεσία για φόρο στα ουρανοκατέβατα κέρδη.

Αντιθέτως, σύμφωνα με την επίσημη απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την 24.02.2022 με αφορμή διάφορα ελληνικά δημοσιεύματα που έφεραν την Κομισιόν να εκφράζει επιφυλάξεις για δημοσιονομικά μέτρα, «η ελληνική κυβέρνηση από τον Σεπτέμβρη έως και σήμερα ουδέποτε απευθύνθηκε στις Βρυξέλλες με αίτημα τη μείωση φόρων και την έγκριση πρόσθετων κρατικών ενισχύσεων».

Σε σχέση με την ασφάλεια εφοδιασμού:

Στο Συμβούλιο Κορυφής της 25 Μαρτίου 2022 αναδείχθηκε για ακόμη μία φορά η δυστοκία της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε κοινές δράσεις σε θέματα ενεργειακής πολιτικής και εξωτερικών (ενεργειακών) σχέσεων. Ακόμη και η πολυαναμενόμενη συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ για το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) δεν είναι προς ώρας παρά ένα «μνημόνιο συναντίληψης» για την ανάγκη απεξάρτησης της Ευρώπης απ’ το ρωσικό φυσικό αέριο χωρίς αυστηρή δέσμευση για ποσότητες, παραδόσεις, τιμές, τρόπο προμήθειας, αντισυμβαλλόμενα μέρη. ΗΠΑ και η ΕΕ ανακοίνωσαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «θα προσπαθήσουν να εξασφαλίσουν», συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας με διεθνείς εταίρους, πρόσθετους όγκους υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) για την αγορά της ΕΕ.

Πώς όμως θα γίνει αυτό; Ποια θα είναι τα αντισυμβαλλόμενα μέρη; Σε ποιόν να πωληθούν οι επιπλέον ποσότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου; Σε ευρωπαϊκές εταιρείες; Σε Κράτη μέλη; Σε ευρωπαϊκά «βάθρα» συναλλαγών; Ποιες όμως είναι οι συμβατικές υποχρεώσεις των «μερών»;

Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν σαφείς απαντήσεις:

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «θα συνεργαστεί με τα κράτη μέλη της ΕΕ για να επιταχύνει τις ρυθμιστικές διαδικασίες τους για την επανεξέταση και τον καθορισμό εγκρίσεων για υποδομές εισαγωγής LNG, για τη συμπερίληψη χερσαίων εγκαταστάσεων και σχετικών αγωγών για την υποστήριξη εισαγωγών με χρήση πλωτών μονάδων επαναεριοποίησης και σταθερών τερματικών εισαγωγών LNG. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «θα συνεργαστεί με τα κράτη μέλη της ΕΕ και τους φορείς της αγοράς για να συγκεντρώσει τη ζήτηση, μέσω μιας νεοσύστατης Ενεργειακής πλατφόρμας της ΕΕ για πρόσθετους όγκους μεταξύ Απριλίου και Οκτωβρίου 2022. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα υποστηρίξει επίσης μακροπρόθεσμους μηχανισμούς συμβάσεων και θα συνεργαστεί με τις ΗΠΑ για να ενθαρρύνει σχετική σύναψη συμβάσεων για την υποστήριξη των τελικών επενδυτικών αποφάσεων σε υποδομές εξαγωγών και εισαγωγών LNG».

Περαιτέρω, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «θα συνεργαστεί με τα κράτη μέλη της ΕΕ για τη διασφάλιση σταθερής ζήτησης για πρόσθετο LNG των ΗΠΑ έως τουλάχιστον το 2030, περίπου 50 bcm ανά έτος, με την κατανόηση ότι η φόρμουλα τιμής των προμηθειών LNG στην ΕΕ θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τα μακροπρόθεσμα θεμελιώδη στοιχεία της αγοράς, και σταθερότητα της συνεργασίας από την πλευρά της ζήτησης και της προσφοράς και ότι αυτή η ανάπτυξη είναι συνεπής με τους κοινούς καθαρούς μηδενικούς στόχους σε ρύπους».

Τέλος, η ΕΕ «θα προετοιμάσει ένα αναβαθμισμένο ρυθμιστικό πλαίσιο για την ενεργειακή ασφάλεια εφοδιασμού και αποθήκευσης. Αυτό θα ενισχύσει τη βεβαιότητα και την προβλεψιμότητα όσον αφορά την ασφάλεια του εφοδιασμού και τις ανάγκες αποθήκευσης και θα εξασφαλίσει στενότερη συνεργασία εντός της ΕΕ και των γειτονικών χωρών εταίρων της».

Αλλ΄ αυτά εν καιρώ.

Στα καθ’ ημάς, φοβούμαι ότι η διαρκής μετάθεση της ασφάλειας εφοδιασμού, του ενεργειακού κόστους και της ακρίβειας στις Βρυξέλλες, είτε από άγνοια είτε από επιλογή, αποδεικνύεται ήδη αυτοκαταστροφική.