ΕΘΝΙΚΑ

Ελληνοτουρκικά: Γιατί η Χάγη είναι μακριά;

Ελληνοτουρκικά: Γιατί η Χάγη είναι μακριά;

Προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε τα όσα είπε ο πρωθυπουργός στη χθεσινή του συνέντευξη στην ΕΡΤ για τα ελληνοτουρκικά γίνεται σαφές ότι η επίλυση των όποιων διαφορών θέτει η άλλη πλευρά είναι ακόμα αρκετά μακριά

Πρώτος στόχος της ελληνικής κυβέρνησης, με βάση τα όσα είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι η διεύρυνση του χρονικού ορίζοντα των ήρεμων νερών στο Αιγαίο και η εξομάλυνση των σχέσεων με την Τουρκία εις το διηνεκές, ακόμα και αν δεν λυθούν οι διαφορές. Όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης το θέμα είναι πολύπλοκό και ο ίδιος δεν τρέφει αυταπάτες ότι μπορεί να λυθεί σύντομα.

Σημείωσε πως δεν υπάρχει Έλληνας πρωθυπουργός, «ο οποίος θα σας έλεγε ότι δεν θα ήθελε με κάποιο τρόπο να επιλύσει το ζήτημα αυτό των ελληνοτουρκικών, αρκεί να το κάνει με όρους οι οποίοι θα είναι συμφέροντες για την πατρίδα».

«Προφανώς ένα τόσο δύσκολο θέμα δεν θα μπορούσε να προχωρήσει υπό οποιαδήποτε άλλη οπτική γωνία. Από εκεί και πέρα όμως, αυτό που θέλω να πω είναι ότι και να μην μπορέσουμε να λύσουμε το ζήτημα αυτό, πρέπει να μπορέσουμε να μάθουμε να ζούμε με την Τουρκία και με τις διαφορές μας και να έχουμε μία καλή σχέση, παρά το γεγονός ότι μπορεί να εξακολουθούμε να διαφωνούμε στο ζήτημα αυτό, χωρίς να φτάνουμε στα όρια», τόνισε.

Ούτε λίγο, ούτε πολύ η στρατηγική του πρωθυπουργού είναι να μάθουμε να ζούμε με τους Τούρκους χωρίς να υπάρχουν εντάσεις, θερμά επεισόδια και ευτράπελα ακόμα κι αν δεν βρεθεί κάποια λύση. Και προσέθεσε: «Χωρίς να σημαίνει ότι κάθε τρεις και λίγο, κάποιος κόκκινος συναγερμός, και χωρίς να υιοθετείται, πρωτίστως από πλευράς Τουρκίας, μια ρητορική πολύ επιθετική, η οποία αμφισβητεί ευθέως την εθνική κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα. Είμαστε στο σημείο αυτό. Από την άλλη, δεν είμαι αφελής, έχω δει πολλές ιδεολογικές μεταμορφώσεις της τουρκικής ηγεσίας. Αλλά αυτή τη φορά έχω κάνει τρεις συναντήσεις με τον Τούρκο πρόεδρο, από τις εκλογές και μετά. Είμαι πολύ πιο αισιόδοξος ότι το νερό έχει μπει στο αυλάκι και τουλάχιστον μπορούμε να κρατήσουμε αυτή τη σημαντική εξομάλυνση των σχέσεων μας – ασχέτως του τι θα γίνει τελικά με την μεγάλη μας διαφορά».

Από τα λεγόμενα του πρωθυπουργού γίνεται σαφές ότι η Αθήνα είναι «γειωμένη» με την πραγματικότητα και σίγουρα έχει την καλή πρόθεση για ήρεμα νερά. Μένει βέβαια να δούμε ποιοι είναι οι στόχοι της άλλης πλευράς. Αν οι προθέσεις είναι ειλικρινείς ή αν είναι απόρροια ενός νέου τακτικισμού.

«Στόχος μου είναι να μπούμε στον πυρήνα της βασικής διαφοράς με την Τουρκία. Αν συμφωνήσουμε, πάμε στη Χάγη. Δεν είμαστε κοντά στο να πάμε στη Χάγη, αλλά σίγουρα δεν είμαστε τόσο μακριά όσο ήμασταν πριν από έναν χρόνο. Γιατί το λέω αυτό; Έχουμε καταφέρει να πετύχουμε μια σημαντική εξομάλυνση στις σχέσεις μας. Μια εξομάλυνση η οποία αποτυπώνεται και στο πεδίο, με σημαντικότατη μείωση, αν όχι μηδενισμό, της τουρκικής προκλητικής συμπεριφοράς», δήλωσε ο πρωθυπουργός.

Αναφέρθηκε επίσης στην συμφωνία για τα ταξίδια Τούρκων πολιτών στα ελληνική νησιά χωρίς βίζα, «κάτι το οποίο επιθυμούσαν διακαώς οι νησιώτες μας», όπως είπε, προσθέτοντας πως θα τεθεί σε εφαρμογή από τον ερχόμενο Μάρτιο, αλλά και πως πιστεύει ότι «είναι μια συμφωνία η οποία θα ισχύσει στο διηνεκές».

«Έχουμε προχωρήσει πολύ τις συνομιλίες μας για να ενισχύσουμε τις εμπορικές και τις οικονομικές μας σχέσεις. Συνεργαζόμαστε καλύτερα στο προσφυγικό – μεταναστευτικό και έχουμε δει σημαντική μείωση των ροών τους τελευταίους μήνες», ανέφερε.

«Και, ναι, να μπορέσουμε σταδιακά να μπούμε και στον πυρήνα της διαφοράς μας, που δεν είναι άλλος από την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας δηλαδή, στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Θυμίζω ότι αυτό είναι ένα θέμα το οποίο δεν έχει επιλυθεί εδώ και δεκαετίες. Είναι ένα πολύ δύσκολο θέμα. Η γεωγραφία στο Αιγαίο, δε, το κάνει ακόμα πιο περίπλοκο», υπογράμμισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Για να προσθέσει χαρακτηριστικά: «Δεν έχω, λοιπόν, αυταπάτες ότι το θέμα αυτό θα λυθεί από τη μία στιγμή στην άλλη. Όμως θα το προσεγγίσουμε με καλή διάθεση, έχοντας ξεκάθαρες τις κόκκινες γραμμές, τις οποίες πιστεύω ότι κάθε ελληνική κυβέρνηση θέτει όταν συζητά τα θέματα αυτά. Εκμεταλλευόμενοι, όμως, ένα γενικότερο καλό κλίμα, το οποίο από μόνο του, θα έλεγα, ήδη έχει δώσει ένα σημαντικό θετικό αποτύπωμα».