ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Έρευνα ΕΥ: Μόλις το 2% των επενδυτών θεωρεί την Ελλάδα ελκυστική για επενδύσεις το 2021

Έρευνα ΕΥ: Μόλις το 2% των επενδυτών θεωρεί την Ελλάδα ελκυστική για επενδύσεις το 2021
INTIME

Δέκα μήνες μετά την εκδήλωση του κορωνοϊού οι επενδυτές εμφανίζονται οριακά πιο αισιόδοξοι για το μέλλον των επενδύσεων στην Ευρώπη, παρά τις συνεχιζόμενες οικονομικές επιπτώσεις του κορωνοϊού. Ενώ οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να περιορίζουν τα άμεσα επενδυτικά τους σχέδια στην περιοχή, το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι η Ευρώπη θα αποτελεί έναν πιο ελκυστικό επενδυτικό προορισμό μετά το πέρας της πανδημίας, έχει αυξηθεί σε σχέση με τον Απρίλιο.

Έξι μήνες μετά την κυκλοφορία της πανευρωπαϊκής έρευνάς της, Attractiveness Survey Europe 2020, για την ελκυστικότητα της Ευρώπης ως επενδυτικού προορισμού, η EY διεξήγαγε επαναληπτική έρευνα μεταξύ 16-30 Οκτωβρίου, καταγράφοντας τις απόψεις στελεχών μεγάλων επιχειρήσεων με διεθνή παρουσία, με σκοπό να εξετάσει το πώς διαμορφώθηκε το επενδυτικό κλίμα στο διάστημα που μεσολάβησε.

Ενδιαφέροντα είναι τα ευρήματα της έρευνας που αφορούν στην Ελλάδα. Το 2% των ερωτηθέντων επενδυτών, κατονόμασαν την Ελλάδα μεταξύ των χωρών που πιστεύουν ότι θα αποδειχθούν ως οι πλέον ελκυστικές για τις επενδύσεις το 2021.

Την ίδια ώρα, 4% ανέφεραν το ελληνικό πρόγραμμα ανάκαμψης ως ένα από τα πιο αξιόπιστα και φιλικά προς τις επενδύσεις στην Ευρώπη, ποσοστό συγκρίσιμο με τα ποσοστά χωρών, όπως η Τσεχία (5%), η Πολωνία και η Σουηδία (6%), οι οποίες αποτελούν σταθερούς πόλους έλξης επενδύσεων τα τελευταία χρόνια.

Σε επίπεδο ΕΕ η οικονομική αβεβαιότητα που προκάλεσε η πανδημία, εξακολουθεί να οδηγεί τις επιχειρήσεις σε επανεξέταση της βιωσιμότητας των επενδυτικών τους σχεδίων. Ωστόσο, το ποσοστό των στελεχών που αναμένουν καθαρή μείωση των επενδύσεών τους, έχει περιοριστεί στο 42%, από 66% τον Μάιο, ενώ περισσότερα στελέχη εκτιμούν ότι τα επενδυτικά τους σχέδια θα αυξηθούν (10% από 0% τον Απρίλιο) ή θα παραμείνουν αμετάβλητα (17% από 11%). Παράλληλα, όμως, πολλοί από όσους σκόπευαν να μειώσουν τις επενδύσεις τους, δηλώνουν τώρα ότι απλώς θα τις καθυστερήσουν, με το ποσοστό αυτό να αυξάνεται στο 31%, από 23% τον Απρίλιο.

Πιο αισιόδοξοι εμφανίζονται οι επενδυτές ως προς την ελκυστικότητα της Ευρώπης στη μετά-COVID-19 εποχή. Ενώ τον Απρίλιο, ένας στους δυο επενδυτές (49%) εκτιμούσε ότι η Ευρώπη θα καταστεί λιγότερο ελκυστική στο μέλλον, το ποσοστό αυτό μειώθηκε σημαντικά τον Οκτώβριο, στο 27%. Αντίθετα, βελτίωση της ελκυστικότητας της περιοχής προβλέπει πλέον το 22% των επενδυτών, έναντι μόλις 8% τον Απρίλιο.

Στη μεταστροφή αυτή, καθοριστικό ρόλο πιθανότατα διαδραμάτισε η ανακοίνωση του Σχεδίου Ανάκαμψης για την Ευρώπη (Recovery plan for Europe) από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καταδεικνύοντας την αποφασιστικότητα των ευρωπαίων ηγετών να καταστήσουν την περιοχή πυλώνα σταθερότητας σε ένα αβέβαιο παγκόσμιο περιβάλλον.

Τα μέτρα στήριξης των εθνικών κυβερνήσεων φαίνεται να συνέβαλαν, επίσης, στη βελτίωση του κλίματος, με τους επενδυτές που συμμετείχαν στην έρευνα να αξιολογούν ως πιο αξιόπιστα και φιλικά προς τις επενδύσεις, τα προγράμματα ανάκαμψης της Γερμανίας (57%), της Γαλλίας (43%) και του Ηνωμένου Βασιλείου (37%) – κάτι που δεν αποτελεί ιδιαίτερη έκπληξη, αφού οι χώρες αυτές αντιπροσωπεύουν και τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίες στην Ευρώπη. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ίδιες τρεις χώρες επελέγησαν από τους επενδυτές ως οι πλέον ελκυστικοί προορισμοί για επενδύσεις το 2021.

Οι νέες τάσεις που δημιουργεί η πανδημία

Η έρευνα του Απριλίου είχε αναδείξει τρεις σημαντικές τάσεις που δημιουργήθηκαν ή ενισχύθηκαν εξαιτίας της πανδημίας, οι οποίες εξακολουθούν να αναγνωρίζονται ως κυρίαρχες από τους επενδυτές μέχρι και σήμερα:

  • Η ενίσχυση της ψηφιακής πρόσβασης των καταναλωτών σε υπηρεσίες (63%, έναντι 55% τον Απρίλιο)
  • H έμφαση στην κλιματική αλλαγή και τη βιωσιμότητα (60% από 57%)
  • H υιοθέτηση τεχνολογιών που αυτοματοποιούν ανθρώπινες διεργασίες (51% από 82%)

Μια τέταρτη τάση, αυτή της αντιστροφής της παγκοσμιοποίησης, φαίνεται να υποχωρεί (37% από 56%), ενώ οι επενδυτές ανησυχούν πλέον περισσότερο για την κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων (21% από 3%).