ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Μηναία αύξηση 11% στην χονδρεμπορική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος – Αδήριτη ανάγκη μείωσης των φόρων

Μηναία αύξηση 11% στην χονδρεμπορική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος
Μηναία αύξηση 11% στην χονδρεμπορική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος
INTIME

Με τις τιμές αναφοράς του φυσικού αερίου για τον Απρίλιο να έχουν εκτιναχθεί λόγω και της ουκρανικής κρίσης και τα μεσοπρόθεσμα συμβόλαια να κινούνται στα ύψη, η χονδρεμπορική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας έχει ήδη πάρει την ανιούσα και κινείται 11% υψηλότερα σε σχέση με ένα μήνα πριν.

Σήμερα στην χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας η τιμή ανά μεγαβατώρα διαμορφώνεται στα 255,41 ευρώ, όταν την 1η Φεβρουαρίου ήταν στα 229,24 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Και ενώ το κόστος ενέργειας δεν υποχωρεί και πλέον οδηγεί σε στασιμοπληθωρισμό, δεδομένου ότι οι ανατιμήσεις στην ενέργεια και στα καύσιμα διαχέονται σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα, η κυβέρνηση αναζητεί ευρωπαϊκές λύσεις για να περιορίσει τη ζημιά.

Ήδη έχει σταλεί στην Κομισιόν επιστολή με τις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της διεθνούς ενεργειακής κρίσης, σε συνέχεια της πρότασης του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 24 Φεβρουαρίου, με την οποία προτείνεται η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Αλληλεγγύης για την Ενεργειακή Κρίση - EU Energy Crisis Solidarity Facility (ECSF) με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ).

Σύμφωνα με την ελληνική πρόταση, η ΕΤΕπ θα δημιουργήσει έναν Μηχανισμό Αλληλεγγύης για την ενεργειακή κρίση, έπειτα από αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα λήψης χαμηλότοκων δανείων από τον ECSF για τη χρηματοδότηση μέτρων αντιστάθμισης των επιπτώσεων από τις υψηλές τιμές ενέργειας. Το ύψος της χρηματοδότησης θα καθορίζεται από την κατανάλωση ενέργειας ή από τα ετήσια έσοδα των πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου του κάθε κράτους μέλους. Με απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τα δάνεια δεν θα υπολογίζονται στο έλλειμμα και το δημόσιο χρέος των κρατών μελών.

Αν και η σκέψη της κυβέρνησης δεν είναι άστοχη, αποδυναμώνεται στο κομμάτι της διαχείρισης των χρημάτων που θα αντληθούν από την ΕΤΕπ. Η κυβέρνηση επιμένει στο να διοχετευθούν για να 1) επιδοτήσουν τους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου των νοικοκυριών, με προτεραιότητα στους οικονομικά ασθενέστερους και εφαρμόζοντας κοινωνικά κριτήρια, 2) να επιδοτήσουν τους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου των επιχειρήσεων, με έναν ενιαίο τρόπο και 3) να παρέχουν χαμηλότοκα δάνεια στις επιχειρήσεις για τη χρηματοδότηση συμβολαίων αντιστάθμισης των υψηλών τιμών με προμηθευτές ενέργειας.

Η λογική αυτή όπως και η τρέχουσα στρατηγική επιδότησης των λογαριασμών ρεύματος, δεν ανακουφίζει ούτε τα αδύναμα νοικοκυριά, ούτε τη μεσαία τάξη, ούτε τις επιχειρήσεις.

Απαιτούνται δημοσιονομικά μέτρα

Η κυβέρνηση θα πρέπει να αναλάβει δημοσιονομικά μέτρα περιορισμού της φορολογίας στα καύσιμα και την ενέργεια για να ανακουφίσει τους πολίτες. Και αυτό θα πρέπει να γίνει με την μείωση των συντελεστών ΦΠΑ και των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης. Και η πολιτική διαπραγμάτευση με την ΕΕ θα πρέπει να εστιαστεί στο πως θα εξαιρεθούν αυτές οι δημοσιονομικές επιβαρύνσεις από τους κανόνες για τα ελλείμματα και το χρέος.

Ειδικά εάν υπάρξει μείωση του ΕΦΚ σε πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης εκτιμάται πως τα έσοδα θα αυξηθούν και δεν θα μειωθούν, καθώς θα υπάρξει μεγάλη κατανάλωση.

Να σημειωθεί πως λόγω της κατακόρυφης αύξησης του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσής του πετρελαίου θέρμανσης από τον Οκτώβριο του 2012 (με σκοπό να περιοριστούν το λαθρεμπόριο και η απώλεια φορολογικών εσόδων λόγω της χρήσης του ως πετρέλαιο κίνησης), η χρήση του καυσίμου μειώθηκε. Πέρυσι το μερίδιο του πετρελαίου θέρμανσης στην κατανάλωση των πετρελαιοειδών υποχώρησε στο 15%, από 31% το 2010.

Δεδομένου ότι η ΕΕ ήδη προβλέπει αυξημένες ευελιξίες για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση θα πρέπει να εκμεταλλευθεί αυτές τις ευελιξίες με τρόπο επωφελή για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.