ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, κεντρική ομιλήτρια στο 6ο Taihe Forum στο Πεκίνο

Η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, κεντρική ομιλήτρια στο 6ο Taihe Forum στο Πεκίνο

Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη ήταν η κεντρική ομιλήτρια στο 6ο Taihe Forum, στο Πεκίνο, με θέμα «Διεθνής διάλογος, η συνεργασία και η ανταλλαγή απόψεων, για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς». Το 6ο Παγκόσμιο Taihe Forum διεξήχθη στο Μουσείο του Παλατιού (Palace Museum), στην Απαγορευμένη Πόλη, με τη συμμετοχή ειδικών από πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα από όλο τον κόσμο, και εκπροσώπους  διεθνών οργανισμών.

Τη Λίνα Μενδώνη υποδέχθηκαν ο Υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας Hu Heping και ο Γενικός Διευθυντής του Μουσείου Δρ Wang Xudong. Οι δύο Υπουργοί στις συνομιλίες τους επιβεβαίωσαν τη μακρόχρονη και αγαστή συνεργασία Ελλάδας και Κίνας, υπογραμμίζοντας την κοινή βούλησή τους να εργαστούν για την ενδυνάμωση των πολιτιστικών ανταλλαγών και των καλών πρακτικών σε διεθνές επίπεδο. Αναφέρθηκαν στην ανάγκη ανταλλαγής τεχνογνωσίας σε θέματα συντήρησης και αναστήλωσης μνημείων, ενώ επαναβεβαίωσαν την αφοσίωση και κοινή γραμμή των δύο χωρών για τον επαναπατρισμό των πολιτιστικών αγαθών.

Στην ομιλία της, η Λίνα Μενδώνη, με τίτλο: «Ενδυναμώνοντας την ανθεκτικότητα των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς απέναντι στην επίδραση της κλιματικής αλλαγής: Η παρούσα κατάσταση, προοπτικές και προκλήσεις», ευχαρίστησε τους διοργανωτές για την εξαιρετικά τιμητική πρόσκληση, επισημαίνοντας ότι το Φόρουμ συνιστά «μια σπουδαία ευκαιρία για σημαντικές και παραγωγικές συζητήσεις αλλά και για την περαιτέρω προώθηση της διεθνούς συνεργασίας προς την κατεύθυνση της κατάρτισης ενός οδικού χάρτη για συντονισμένη και αποτελεσματική μελλοντική δράση».

Η Υπουργός Πολιτισμού τόνισε ότι «η κλιματική αλλαγή απειλεί άμεσα και έμμεσα όλες τις μορφές πολιτιστικής κληρονομιάς, είτε πρόκειται για εγγεγραμμένα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, είτε για την άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Η πολιτιστική κληρονομιά κινδυνεύει, τόσο από την εκδήλωση ακραίων κλιματικών φαινομένων, τα οποία παρουσιάζουν αυξανόμενη συχνότητα, ένταση και διάρκεια, ενώ αναμένεται να κλιμακωθούν δραματικά στο μέλλον, όσο και από την σταδιακή κλιματική αλλαγή η οποία προκαλεί φθορά και καταπόνηση των υλικών, απαιτώντας προσαρμοσμένες στις κλιματικές συνθήκες μεθόδους αποκατάστασης και συντήρησης. Οι δράσεις για την ανθεκτικότητα της κληρονομιάς και η προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες είναι ανάγκη να επενδύσουν σε νέες μορφές γνώσης, με τη χρησιμοποίηση τόσο των παραδοσιακών, όσο και των νέων τεχνολογιών».

Η Λίνα Μενδώνη αναφέρθηκε στη «διεθνή πρωτοβουλία της Ελληνικής Κυβέρνησης για τη διαφύλαξη της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, η οποία εγκρίθηκε και στηρίχθηκε από τον ΟΗΕ, αναγνωρίστηκε από 100 κράτη και στη συνέχεια από την UNESCO ,με την κοινή πρωτοβουλία UNFCCC-UNESCO-Ελληνικής Κυβέρνησης. Στο πλαίσιο αυτό το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού προώθησε την ολοκληρωμένη δράση ανάπτυξης ενός «Εθνικού Σχεδίου για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από την κλιματική αλλαγή».

«Το Εθνικό Σχέδιο», τόνισε η Υπουργός, «έχει προληπτικό χαρακτήρα, επιχειρώντας να αποτρέψει τους κινδύνους, ήδη σε πρώιμα στάδια. Ευθυγραμμίζεται με την κατευθυντήρια γραμμή της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC). Συνεπάγεται τη σταδιακή διαμόρφωση και εφαρμογή – μέχρι το έτος 2030 – 25+ των σχεδίων προσαρμογής τα οποία θα επιτρέψουν, σημαντικοί χώροι της πολιτιστικής κληρονομιάς να βελτιώσουν την ανθεκτικότητα τους στις επιπτώσεις της κλιματικής και στους κλιματικούς κινδύνους».

Η Υπουργός Πολιτισμού υπογράμμισε ότι «το σχέδιο καταρτίστηκε σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της 5ης Έκθεσης Αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή, βάσει της καλής κατανόησης των ενεχόμενων κλιματικών κινδύνων, με την επιλογή και διαμόρφωση των κατάλληλων, ανά τοποθεσία, μεθοδολογιών για την αξιολόγηση της τρωτότητας των μνημείων αλλά και τη συστηματική αξιολόγηση των απόψεων των ανθρώπων του πεδίου, όπως οι αρχαιολόγοι, οι οποίοι διαχειρίζονται και διαφυλάττουν τους αρχαιολογικούς χώρους»

«Τελικό στάδιο του Σχεδίου», είπε η Λίνα Μενδώνη, «είναι η ανάπτυξη διαφοροποιημένων σχεδίων προσαρμογής στις επιμέρους περιοχές πολιτιστικής κληρονομιάς και η προώθηση των τεχνικών έργων αλλά και των θεσμικών και διαχειριστικών εργαλείων τα οποία απαιτούνται». Στη βάση των ανωτέρω, κατέληξε η Υπουργός, «το Υπουργείο Πολιτισμού προχώρησε, με χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, στον σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός πιλοτικού έργου, έως το 2025, σε πέντε αρχαιολογικούς χώρους- Δελφοί, Δίον, Φίλιπποι, Μυστρά, Μινωικά ανάκτορα Φαιστού και Μαλίων- υψηλής τουριστικής και οικονομικής σημασίας, για την αντιμετώπιση των απειλών της κλιματικής αλλαγής, την προστασία από τους κλιματικούς κινδύνους και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα τους».

Κλείνοντας την ομιλία της, η Υπουργός Πολιτισμού επανέλαβε «την ανάγκη της στενής διεθνούς συνεργασίας και της διαρκούς ανταλλαγής τεχνογνωσίας για την προστασία της υλικής και της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς». Αναφέρθηκε «σε ορισμένες καίριες συστάσεις για την υποστήριξη των προσπαθειών διαφύλαξης της πολιτιστικής κληρονομιάς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής», όπως «στην υιοθέτηση, το συντομότερο δυνατόν, της προληπτικής προσέγγισης, με στόχο την ελαχιστοποίηση των κινδύνων, στην ενσωμάτωση της πολιτιστικής κληρονομιάς στα Εθνικά Σχέδια Προσαρμογής (ΕΣΠ), τα οποία αναπτύσσονται, εντός της Σύμβασης-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC), στην εξειδίκευση των κριτηρίων για τον ορισμό των οικοσυστημάτων, όχι μόνο με βάση τις επιστημονικές πτυχές της φυσικής κληρονομιάς - σε σχέση με τη συγκέντρωση, τη συνέχεια και την ακεραιότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς- στην προώθηση της ανταλλαγής γνώσεων, στην ανάπτυξης ικανοτήτων της επαγγελματικής και της εκπαιδευτικής κοινότητας, στην προώθηση συνεργειών με τις υφιστάμενες διεθνείς πολιτικές αλλά και στην ευαισθητοποίηση, σε όλα τα επίπεδα, του κοινού για την πολιτιστική κληρονομιά του».

Ακολουθεί η ομιλία της Υπουργού:

Εξοχότατοι, συνάδελφοι υπουργοί, αγαπητοί συνεργάτες,

Είναι ιδιαίτερη χαρά και πραγματική τιμή για μένα να απευθύνομαι σήμερα σε όλους εσάς, στο 6ο Taihe Forum, που πραγματοποιείται στο εμβληματικό και μεγαλοπρεπές Μουσείο του Παλατιού. Θα ήθελα να εκφράσω την ειλικρινή μου ευγνωμοσύνη στους διοργανωτές για την πρόσκληση και τη θερμή φιλοξενία μας, στο Πεκίνο, καθώς και για την παροχή προς όλους μας αυτής της σπουδαίας ευκαιρίας να πραγματοποιήσουμε σημαντικές και παραγωγικές συζητήσεις και να προωθήσουμε περαιτέρω τη συνεργασία μας, προς την κατεύθυνση ενός οδικού χάρτη για συντονισμένη και αποτελεσματική μελλοντική δράση μας.

Δεδομένου ότι ο «Διεθνής διάλογος, η συνεργασία και η ανταλλαγή απόψεων για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς» είναι το αντικείμενο της συνάντησής μας, επιτρέψτε μου να μοιραστώ μαζί σας ορισμένες σκέψεις μου σχετικά με το ιδιαίτερα σοβαρό ζήτημα που αφορά στην προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, το οποίο είναι παγκόσμιας σημασίας και ολοένα αυξανόμενης σοβαρότητας και πιο επείγοντος χαρακτήρα: Αυτό της ανθεκτικότητας των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Η κλιματική αλλαγή απειλεί άμεσα και έμμεσα όλες τις μορφές πολιτιστικής κληρονομιάς, είτε πρόκειται για εγγεγραμμένα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, είτε για πολιτιστικά τοπία ή ιστορικά κτήρια. Οι πιο εμφανείς απειλές προέρχονται από ακραία κλιματικά φαινόμενα – έντονες καταιγίδες και βαριές βροχοπτώσεις, μακρύτεροι και συχνότεροι καύσωνες, ξηρασίες μεγάλης διάρκειας, ισχυροί άνεμοι και άνοδος της στάθμης της θάλασσας – τα οποία παρουσιάζουν αυξανόμενη συχνότητα, ένταση και διάρκεια και αναμένεται να κλιμακωθούν δραματικά στο μέλλον, σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή.

Τα φαινόμενα αυτά έχουν άμεσες συνέπειες, όπως πλημμύρες, δασικές πυρκαγιές, διάβρωση και ερημοποίηση, που επηρεάζουν επίσης την παγκόσμια υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά. Επιπλέον, η σταδιακή κλιματική αλλαγή – συνεχής αύξηση της θερμοκρασίας και χωρικές και χρονικές διακυμάνσεις των βροχοπτώσεων και της υγρασίας ή διακυμάνσεις των κύκλων ψύξης-απόψυξης – προκαλούν φθορά και καταπόνηση των υλικών και απαιτούν προσαρμοσμένες στις κλιματικές συνθήκες μεθόδους αποκατάστασης και συντήρησης.

Οι σχετικές εξελίξεις σχετίζονται επίσης με σύνθετα κλιματικά φαινόμενα, για παράδειγμα καύσωνα συνοδευόμενο από ξηρασία ή θαλάσσιο καύσωνα από κοινού με καταιγίδες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι συνέπειες κάθε γεγονότος δεν λειτουργούν απλώς προσθετικά, αλλά οι επιπτώσεις του ενός ενισχύουν και επιτείνουν τις επιπτώσεις του άλλου, οδηγώντας σε πιο δραματικές συνέπειες για την πολιτιστική κληρονομιά. Η πολιτιστική κληρονομιά είναι επίσης ευάλωτη στη δυσπροσαρμογή, καθώς η απώλεια ή ζημία μπορεί να προκληθεί από κακώς σχεδιασμένα μέτρα προσαρμογής.

Πρέπει επίσης να επισημανθούν οι δυνητικά ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην άυλη πολιτιστική κληρονομιά, όπως αυτές καταγράφονται ήδη με ιδιαίτερη οξύτητα στις περιοχές του πλανήτη, όπου οι άνθρωποι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Και εδώ να υπογραμμίσουμε ότι η άυλη πολιτιστική κληρονομιά υφίσταται όσο υφίστανται οι κοινότητες των ανθρώπων που τη δημιουργούν, την εκφράζουν και τη διαιωνίζουν. Η κινητικότητα των πληθυσμών, όταν καταλύει τους συνεκτικούς δεσμούς των κοινοτήτων, είναι σε θέση να οδηγήσει στην απώλεια και των δεσμών τους με την κληρονομιά τους, την ειδοποιό ταυτότητα και τη συλλογική τους μνήμη. Αυτός είναι ένας υπαρκτός κίνδυνος.

Οι δράσεις για την ανθεκτικότητα της κληρονομιάς και την προσαρμογή στις κλιματικές συνθήκες θα πρέπει να επενδύουν σε νέες μορφές γνώσης. Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τόσο παραδοσιακές όσο και νέες και τεχνολογίες, να αξιοποιήσουμε αναλυτικές μεθοδολογίες για την αξιολόγηση της έκθεσης, της ευαισθησίας και της ευπάθειας των χώρων πολιτιστικής κληρονομιάς στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, να αναθεωρήσουμε τις διαδικασίες χωροταξικού σχεδιασμού, να προωθήσουμε την εκπαίδευση και την ανάπτυξη ικανοτήτων, να αξιολογήσουμε και να διαχειριστούμε από κοινού την πολιτιστική και φυσική κληρονομιά και να διασφαλίσουμε την αποτελεσματική διαχείριση των πόρων.

Επιπλέον, πρέπει να διαφυλάξουμε και να ενισχύσουμε τις οδούς συνεργασίας για την από κοινού προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, να παρουσιάσουμε καλές πρακτικές με σκοπό την παγκόσμια αναπαραγωγή τους και να ανταλλάξουμε γνώσεις και εμπειρογνωμοσύνη.

Από την άποψη αυτή, το πεδίο της παρέμβασής μου είναι διττό.

Σε πρώτο στάδιο, να συνεισφέρει στην ευρύτερη ενημέρωση σχετικά με την κοινή πρωτοβουλία UNFCCC (Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή)-UNESCO-Ελληνικής Κυβέρνησης για την προστασία της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να επισημάνει τη σημασία της διεθνούς συνεργασίας για την ανάπτυξη ικανοτήτων και διεπιστημονικής εμπειρογνωμοσύνης.

Σε δεύτερο στάδιο, να παρουσιάσει την αρχιτεκτονική και τους κύριους πυλώνες ενός πιλοτικού προγράμματος του Υπουργείου Πολιτισμού της Ελλάδας για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των χώρων πολιτιστικής κληρονομιάς στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Το έργο έχει μια ισχυρή προληπτική διάσταση, ενώ λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες κλιματικές συνθήκες καθώς και εκείνες που εκτιμώνται για το εγγύς μέλλον, αξιολογεί την κλιματική τρωτότητα των χώρων πολιτιστικής κληρονομιάς σε εθνικό επίπεδο, καθορίζει κατευθυντήριες γραμμές προσαρμογής και οδηγεί σε εξειδικευμένα σχέδια προσαρμογής για τους συγκεκριμένους χώρους και κλιματικούς κινδύνους.

Η διεθνής πρωτοβουλία της Ελλάδας για τη διαφύλαξη της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής εγκρίθηκε και στηρίχθηκε αρχικά από τον ΟΗΕ και στη συνέχεια από την UNESCO, οδηγώντας σε μια κοινή πρωτοβουλία που απευθύνεται σε όλες τις κυβερνήσεις παγκοσμίως. Από το 2019, πάνω από 100 κράτη αναγνώρισαν και υποστήριξαν τις δυνατότητες της πρωτοβουλίας, αναπτύσσοντας έτσι μια παγκόσμια σύμπραξη χωρίς αποκλεισμούς.

Η πρωτοβουλία καταδεικνύει την ανάγκη για μια μετασχηματιστική αλλαγή με βάση την κατανόηση της πολιτιστικής κληρονομιάς ως περιουσιακού στοιχείου που πρέπει να προστατευθεί από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και ως πόρου για τη στήριξη της κοινωνικής συνοχής και της ανάπτυξης.

Για να συμβεί αυτή η αλλαγή, υφίστανται διάφορες προϋποθέσεις, όπως:

  • η ανάγκη για διατομεακή σκέψη και συνεργασία,
  • η ανάπτυξη δομημένων αλληλεπιδράσεων μεταξύ των ευρύτερων κοινοτήτων, των ενδιαφερομένων και των φορέων λήψης αποφάσεων,
  • η ενσωμάτωση της επιστημονικής γνώσης στη χάραξη πολιτικής,
  • η διάδοση της γνώσης με σκοπό την ευαισθητοποίηση του κοινού και
  • η προώθηση πιλοτικών έργων και καλών πρακτικών, η ανάπτυξη ικανοτήτων, καθώς και η εκπαίδευση και κατάρτιση σε όλα τα επίπεδα.

Ταυτόχρονα, πρέπει να καταστήσουμε διαθέσιμες και να χρησιμοποιήσουμε νέες και παραδοσιακές τεχνολογίες, να αλλάξουμε τη θεσμική συμπεριφορά, να δημιουργήσουμε κατάλληλα επιχειρηματικά μοντέλα, να αναθεωρήσουμε το χωροταξικό σχεδιασμό και να επικαιροποιήσουμε τα αναπτυξιακά πρότυπα με γνώμονα τη διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Επιπλέον, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη φέρουσα ικανότητα ενός τόπου πρέπει να εξεταστούν ενόψει του καθορισμού των κατάλληλων μέτρων προσαρμογής.

Επιπλέον, είναι ζωτικής σημασίας η ενσωμάτωση της πολιτιστικής κληρονομιάς στα Εθνικά Σχέδια Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή που εκπονούνται από τα κράτη και υποβάλλονται στην UNFCCC (Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή). Η ανάλυσή μας δείχνει ότι η πολιτιστική κληρονομιά επί του παρόντος απουσιάζει από τα αντίστοιχα σχέδια σημαντικού αριθμού κρατών, παρόλο που οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην πολιτιστική κληρονομιά όχι μόνο είναι καλά τεκμηριωμένες αλλά και αναβαθμισμένες τόσο χωρικά όσο και χρονικά.

Σύμφωνα με την κοινή πρωτοβουλία UNFCCC-UNESCO-Ελληνικής Κυβέρνησης, το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού προώθησε μια ολοκληρωμένη δράση για την ανάπτυξη ενός «Εθνικού Σχεδίου για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς από την κλιματική αλλαγή». Το Σχέδιο αυτό:

  • ευθυγραμμίζεται με την κατευθυντήρια γραμμή της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), σύμφωνα με την οποία στα ανθρώπινα συστήματα η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή είναι η διαδικασία προσαρμογής στο πραγματικό ή αναμενόμενο κλίμα και στις επιπτώσεις του, προκειμένου να μετριαστεί η ζημία ή να αξιοποιηθούν ευεργετικές ευκαιρίες. Όσον αφορά τα φυσικά συστήματα, πρόκειται απλώς για τη διαδικασία προσαρμογής στο πραγματικό κλίμα και τις επιπτώσεις του. Η ανθρώπινη παρέμβαση μπορεί μόνο να διευκολύνει την προσαρμογή στο αναμενόμενο κλίμα και τις επιπτώσεις του,
  • αντιμετωπίζει τις κύριες αλλαγές στη διακυβέρνηση, την ανάπτυξη και τη διοίκηση που απαιτούνται και επίσης
  • συνεπάγεται τη σταδιακή διαμόρφωση και εφαρμογή – μέχρι το έτος 2030 – 25+ σχεδίων προσαρμογής που θα επιτρέψουν σε σημαντικούς χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς (αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία) να προσαρμοστούν στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να βελτιώσουν την ανθεκτικότητά τους στους κλιματικούς κινδύνους.

Το Σχέδιο έχει προληπτικό χαρακτήρα και επιχειρεί να αποτρέψει τους κινδύνους σε πρώιμα στάδια. Αυτή είναι μια εξαιρετικά σημαντική διάσταση του Σχεδίου, και θα ήθελα να τονίσω την ανάγκη για προληπτικές δράσεις, ακόμη και αν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής μπορεί να είναι ακόμη περιορισμένες ή μη εκτεταμένες χωρικά ή χρονικά. Σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, έχουμε βιώσει εξαιρετικά επιθετικούς κλιματικούς κινδύνους, σε συχνότητες που δεν μπορούσαν να προβλεφθούν. Ως αποτέλεσμα, οι περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις ήταν υψηλότερες και τα διορθωτικά μέτρα πιο απαιτητικά τόσο από τεχνικής όσο και από οικονομικής άποψης.

Το σημείο εκκίνησης για το Σχέδιό μας ήταν η επίτευξη καλής κατανόησης των ενεχόμενων κλιματικών κινδύνων και η επιλογή των κατάλληλων ανά τοποθεσία μεθοδολογιών για τη συστηματική αξιολόγηση των κινδύνων καθώς και των επιπτώσεών τους.

Η εκτίμηση του κλιματικού κινδύνου είναι ζωτικής σημασίας για την πρόβλεψη των αρνητικών επιπτώσεων και των πιθανών απωλειών. Η πρόκληση είναι να προσδιοριστούν οι στρατηγικές που είναι πιο κατάλληλες, όχι μόνο για τον τύπο του κλιματικού κινδύνου, αλλά και για ένα κρίσιμο μείγμα παραμέτρων λήψης αποφάσεων που σχετίζονται με το περιβαλλοντικό, γεωγραφικό, κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο της τοποθεσίας πολιτιστικής κληρονομιάς.

Στην περίπτωσή μας, διαπιστώσαμε ότι οι κλιματικοί κίνδυνοι παρουσιάζουν διαφορετική ισχύ και εμφανίζονται με διαφορετική συχνότητα ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εκπονηθούν διαφοροποιημένες εκτιμήσεις με την καλύτερη δυνατή χωρική ανάλυση και σε πλήρη συμμόρφωση με τα χαρακτηριστικά του τοπίου στο οποίο βρίσκονται οι τοποθεσίες πολιτιστικής κληρονομιάς. Πράγματι, οι κλιματικοί κίνδυνοι εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το τοπίο, δηλαδή από την ευαισθησία του στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και την έκθεσή του στους κλιματικούς κινδύνους.

Λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για αξιόπιστη και οικονομικά αποδοτική αξιολόγηση των κινδύνων που συνδέονται με τις επιπτώσεις των υφιστάμενων και προβλεπόμενων κλιματικών επιπτώσεων στους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς, ένα σημαντικό συμπέρασμα είναι ότι θα πρέπει να δημιουργηθούν και να διατηρηθούν μηχανισμοί για την τακτική αξιολόγηση των κλιματικών κινδύνων.

Σε ένα δεύτερο στάδιο, αξιολογήσαμε τις απόψεις των ανθρώπων του πεδίου, δηλαδή των αρχαιολόγων που έχουν αναλάβει να διαχειριστούν και να διαφυλάξουν έναν αρχαιολογικό χώρο. Αυτό ήταν ένα εξαιρετικά σημαντικό βήμα, καθώς αποκτήσαμε σημαντικές γνώσεις σχετικά με τη δική τους αντίληψη όσον αφορά στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Ταυτόχρονα, υλοποιήσαμε στοχευμένες εκπαιδευτικές συνεδρίες με την υποστήριξη εμπειρογνωμόνων σε θέματα κλίματος, προκειμένου να βελτιώσουμε τις δεξιότητες των αρχαιολόγων και των διαχειριστών της πολιτιστικής κληρονομιάς σχετικά με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της, καθώς και με την ευπάθεια, την ανθεκτικότητα και την ικανότητα προσαρμογής.

Σε ένα τρίτο στάδιο, η μεθοδολογία για την αξιολόγηση της τρωτότητας των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής διαμορφώθηκε σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της 5ης Έκθεσης Αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC). Η μεθοδολογία βασίστηκε στην ισορροπία μεταξύ τριών κρίσιμων στοιχείων: της έκθεσης, της ευαισθησίας και της ικανότητας προσαρμογής του χώρου πολιτιστικής κληρονομιάς στους κινδύνους και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Για τον σκοπό αυτό, το σχέδιο αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες και βασίζεται σε ένα πολυπαραμετρικό εργαλείο λήψης αποφάσεων και σε ένα ψηφιακό αποθετήριο, που περιλαμβάνει επίγεια και δορυφορικά δεδομένα, κτηματολόγιο και χάρτες τοπίου. Δεδομένου ότι η πρόληψη είναι κομβικής σημασίας, προχωρούμε επίσης στην κατάρτιση ενός Εθνικού Καταλόγου Πολιτιστικών Αγαθών σε Κλιματικό Κίνδυνο.

Το τελικό στάδιο του Σχεδίου είναι η ανάπτυξη διαφοροποιημένων σχεδίων προσαρμογής για τις επιμέρους περιοχές πολιτιστικής κληρονομιάς και η προώθηση των απαιτούμενων τεχνικών έργων και θεσμικών και διαχειριστικών εργαλείων.

Ορίστηκαν επίσης νέες μέθοδοι διακυβέρνησης με σκοπό την αξιοποίησή τους για την υποστήριξη της διεπιστημονικής και πολυτομεακής συνεργασίας. Για παράδειγμα, το Υπουργείο Πολιτισμού καθιέρωσε μια δομημένη συνεργασία, μέσω Μνημονίου Κατανόησης με το Υπουργείο Κλιματικής Αλλαγής και Πολιτικής Προστασίας και Προγραμματικών Συμβάσεων με ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς φορείς με σκοπό τη διαμόρφωση Σχεδίων Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή για τους 19 μείζονες αρχαιολογικούς χώρους των Μυκηνών, του Δίου, των Δελφών, της Ολυμπίας, του Επικουρίου Απόλλωνα Βασσών, των Φιλίππων, της Δήλου, της Κνωσού, της Φαιστού, των Μαλίων, της Ζάκρου, της Ζωμίνθου, της Κυδωνίας, του Ηραίου της Σάμου, της Νικόπολης, της Μεσσήνης, της Βραυρώνας, του Μυστρά και της παλαιάς πόλης της Ρόδου. Προωθείται επίσης η ενσωμάτωση της κλιματικής παραμέτρου στα διαχειριστικά σχέδια των ελληνικών μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO, με πρώτη πιλοτική εφαρμογή στα Μινωικά ανάκτορα της Κρήτης.

Επί τη βάσει των ανωτέρω, το Υπουργείο Πολιτισμού προχώρησε με χρηματοδότηση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στη σχεδίαση και υλοποίηση ενός πιλοτικού έργου για την αντιμετώπιση των απειλών της κλιματικής αλλαγής στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα 5 αρχαιολογικών χώρων υψηλής τουριστικής και οικονομικής σημασίας έως το 2025. Ειδικότερα, το έργο περιλαμβάνει κατά περίπτωση εργασίες προστασίας από βραχοπτώσεις και διάβρωση του εδάφους, πλημύρα, πυρκαγιά κ.ά., καθώς και εγκατάσταση συστημάτων παρακολούθησης και καταγραφής των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στο μικροπεριβάλλον με σκοπό τον προσδιορισμό των αναγκών συντήρησης των μνημείων στους αρχαιολογικούς χώρους των Δελφών, του Δίου, των Φιλίππων, του Μυστρά και των Μινωικών ανακτόρων Φαιστού και Μαλίων.

Παράλληλα, το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού συμμετέχει σε σχετικά εθνικά και διεθνή ερευνητικά προγράμματα όπως CLIMASCAPE, TRIQUETRA, HERCULES, STORM κ.ά.

Σημεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη

Το έργο μας στον γενικό τομέα «Κλιματική αλλαγή και πολιτιστική κληρονομιά» έχει καταδείξει τα οφέλη που συνδέονται με την προσαρμογή των χώρων πολιτιστικής κληρονομιάς στην κλιματική αλλαγή. Ωστόσο, υφίστανται και ορισμένοι κίνδυνοι, και συγκεκριμένα η κακή προσαρμογή, δηλαδή η ακούσια συνέπεια μιας δράσης που αποτυγχάνει να αναγνωρίσει τις πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις στα πολιτιστικά αγαθά. Τέτοια παραδείγματα δυσμενών αποτελεσμάτων από δράσεις προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή είναι η κατασκευή αντιπλημμυρικών και παράκτιων φραγμάτων που μπορεί να επιβαρύνουν το τοπίο και να έχουν αρνητικές συνέπειες για έναν χώρο πολιτιστικής κληρονομιάς. Η κακή προσαρμογή μπορεί επίσης να προκύψει από ακατάλληλα έργα που αποσκοπούν στο να επιτρέψουν σε ένα κτήριο να μετριάσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η αναβάθμιση της ενεργειακής απόδοσης, τα οποία, από την άλλη πλευρά, βλάπτουν την αυθεντικότητα και τον ιστορικό του χαρακτήρα.

Είναι επίσης σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι τοπικές γνώσεις και η άυλη κληρονομιά που μπορεί να λειτουργήσουν υποστηρικτικά στο σχέδιο προσαρμογής. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με το άρθρο 7.5 της Συμφωνίας των Παρισίων, τα σχέδια προσαρμογής θα πρέπει να βασίζονται στις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές γνώσεις και, κατά περίπτωση, στις παραδοσιακές και τοπικές γνώσεις και στις γνώσεις των αυτοχθόνων πληθυσμών. Όντως, οι γνώσεις για την εκτίμηση των κινδύνων, την κατανόηση των επιπτώσεων και τον σχεδιασμό και την εφαρμογή κατάλληλων δράσεων προσαρμογής θα πρέπει να καθορίζονται μέσω μιας συμμετοχικής διαδικασίας που χαρακτηρίζεται από σεβασμό στις ποικίλες πολιτιστικές εκφράσεις. Επιπλέον, η εφαρμογή παραδοσιακών πρακτικών προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή θα πρέπει να υποστηρίζεται από πρακτική κατάρτιση για τους τοπικούς εμπειρογνώμονες και τις κοινότητες ώστε να αξιοποιείται η δημιουργικότητα και η τεχνογνωσία.

Τέλος, ένα σημαντικό στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε ανθρώπινη μετανάστευση και εκτοπισμό. Έχοντας αυτό το γεγονός κατά νου, είναι σημαντικό να προωθηθεί η προσαρμογή κατά χώρα και να εξαντληθούν όλες οι προσπάθειες για το σεβασμό της έννοιας του αμετακίνητου και την αποφυγή της απώλειας της πολιτιστικής μνήμης.

Εν κατακλείδι, θα ήθελα να αναφερθώ σε ορισμένες καίριες συστάσεις για την υποστήριξη των προσπαθειών μας να διαφυλάξουμε την πολιτιστική κληρονομιά από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής:

  • Υιοθέτηση το συντομότερο δυνατό, μιας προληπτικής προσέγγισης με στόχο την ελαχιστοποίηση των κινδύνων για τους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς λόγω της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της.
  • Κατανόηση του γεγονότος ότι τα σχέδια προσαρμογής των τοποθεσιών πολιτιστικής κληρονομιάς στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής πρέπει να βασίζονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε τόπου. Ένα σχέδιο προσαρμογής δεν μπορεί να εφαρμοστεί αδιακρίτως σε όλους τους χώρους.
  • Ενσωμάτωση της πολιτιστικής κληρονομιάς στα Εθνικά Σχέδια Προσαρμογής (ΕΣΠ), όπως αναπτύσσονται εντός της Σύμβασης-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC), και διασφάλιση της δημιουργίας και διατήρησης πολυτομεακών αλληλεπιδράσεων.
  • Επισήμανση του γεγονότος ότι η προσαρμογή θα πρέπει να ακολουθεί μια συμμετοχική προσέγγιση που να ανταποκρίνεται στα φύλα και να λαμβάνει υπόψη τις ευάλωτες ομάδες, τις κοινότητες και τα οικοσυστήματα.
  • Ενσωμάτωση της αρχής της Φέρουσας Ικανότητας στα σχέδια προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή για τους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς.
  • Εξειδίκευση των κριτηρίων για τον ορισμό των οικοσυστημάτων όχι μόνο με βάση τις επιστημονικές πτυχές της φυσικής κληρονομιάς, αλλά και σε σχέση με τη συγκέντρωση, τη συνέχεια και την ακεραιότητα της πολιτιστικής κληρονομιάς.
  • Παρακολούθηση του τρόπου με τον οποίο η κλιματική αλλαγή και οι κοινωνικοοικονομικές διακυμάνσεις μπορούν να επηρεάσουν τις κοινότητες που υποστηρίζουν τη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς.
  • Διάδοση των γνώσεων των αυτοχθόνων πληθυσμών σχετικά με την προσαρμογή.
  • Προώθηση της ανταλλαγής γνώσεων, της ανάπτυξης ικανοτήτων και της ευαισθητοποίησης σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή στην επαγγελματική κοινότητα, στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς, στην εκπαιδευτική κοινότητα και στο κοινό.
  • Αντιμετώπιση των σημείων τομής μεταξύ της πολιτιστικής κληρονομιάς και της κλιματικής αλλαγής στις εθνικές εκπαιδευτικές στρατηγικές.
  • Προώθηση συνεργειών με τις υφιστάμενες διεθνείς πολιτικές, όπως το πλαίσιο Sendai, οι συμβάσεις και συμφωνίες για τη βιοποικιλότητα, η συμφωνία του Παρισιού, το UN Habitat κ.λπ. καθώς και τα προγράμματα της UNESCO (π.χ. «Ο άνθρωπος και η βιόσφαιρα», τα Μνημεία Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, τα Παγκόσμια Γεωπάρκα) για μια ολοκληρωμένη προσέγγιση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της στους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς και τέλος,
  • Κοινές προσπάθειες για την υποστήριξη των Λιγότερο Ανεπτυγμένων Χωρών (ΛΑΧ) στις προσπάθειές τους να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς.

Ευχαριστώ πολύ για την προσοχή σας.