Γιατί η Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι όσα απεχθάνεται η λογική

Γιατί η Ζωή Κωνσταντοπούλου είναι όσα απεχθάνεται η λογική
Eurokinissi

Υπάρχουν πολιτικές παρουσίες που προάγουν τον διάλογο. Άλλες που τον αντέχουν. Και κάποιες, λιγοστές, που τον ακυρώνουν. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου ανήκει στην τελευταία κατηγορία: όχι απλώς διαφωνεί – περιφρονεί. Όχι απλώς καταγγέλλει – εκτελεί. Όχι γιατί έχει ισχυρές απόψεις, αλλά γιατί δεν αντέχει την ιδέα ότι μπορεί να υπάρχουν κι άλλες.

Αυτός είναι και ο λόγος που η πολιτική της παρουσία αποτελεί βαθιά προσβολή στη λογική. Όχι στη λογική του αριθμού ή της επιχειρηματολογίας, αλλά στη λογική του κοινού τόπου, της θεσμικής ανοχής και της δημοκρατικής ανεκτικότητας. Σε έναν δημόσιο βίο που οφείλει να λειτουργεί ως πεδίο πλουραλισμού και νηφαλιότητας, η Ζωή Κωνσταντοπούλου αντιπροσωπεύει την απόλυτη υποκειμενικότητα, με τη στολή της αντικειμενικής αλήθειας.

Από την πρόταση στην ποινικοποίηση του διαλόγου

Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς πως η κ. Κωνσταντοπούλου αντιλαμβάνεται κάθε διαφωνία ως προσβολή και κάθε θεσμική διαδικασία ως συνωμοσία. Η πολιτική της γλώσσα δεν χτίζει διαλόγους – διατυπώνει κατηγορητήρια. Τα πάντα υπόκεινται σε “νομική αποδόμηση”: από το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής, μέχρι τις δημοκρατικές διαδικασίες που δεν της αποδίδουν την προσοχή που πιστεύει πως της αξίζει.

Σε μια χώρα που αναζητά νηφαλιότητα και θεσμική ανθεκτικότητα, αυτή η προσέγγιση λειτουργεί τοξικά. Διότι όποιος απορρίπτει τους κανόνες του παιχνιδιού, δεν έρχεται να τους βελτιώσει – έρχεται να τους ακυρώσει.

Ο ρόλος που πίστεψε ότι της ανήκει

Η θητεία της ως Προέδρου της Βουλής δεν αποτέλεσε στιγμή θεσμικής αναβάθμισης, αλλά πεδίο προσωπικής εξουσιολαγνείας. Η Βουλή έμοιαζε με σκηνή ελεγχόμενου μονολόγου, οι διαδικασίες προσαρμόζονταν στις διαθέσεις της και οι πολιτικοί της αντίπαλοι αντιμετωπίζονταν ως ύποπτοι. Αν η Δημοκρατία έχει ως προϋπόθεση τη συνεννόηση, εκείνη την αντιμετώπισε ως αδυναμία.

Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και οι σύμμαχοί της εκείνης της περιόδου –εντός του ΣΥΡΙΖΑ– επέλεξαν να αποστασιοποιηθούν. Όχι γιατί δεν συμφωνούσαν μαζί της σε πολλά, αλλά γιατί αντιλήφθηκαν εγκαίρως ότι η πολιτική της παρουσία εκτρέπεται από τη δημοκρατική λειτουργία και καθίσταται εργαλείο ατομικής προβολής.

Η συνωμοσιολογία ως πολιτικό δόγμα

Ο βασικός κίνδυνος που εκπροσωπεί η κ. Κωνσταντοπούλου είναι ότι προσφέρει μια μεταμφιεσμένη μορφή αυταρχισμού, με τον μανδύα της θεσμικής “ευαισθησίας”. Δεν είναι το ύφος της που προβληματίζει – είναι το περιεχόμενο. Δεν είναι οι καταγγελίες της – είναι η αντίληψή της ότι οι θεσμοί οφείλουν να λειτουργούν με όρους υποκειμενικού δικαίου.

Ο κόσμος της δεν είναι πολιτικός. Είναι ποινικός. Δεν υπάρχουν λάθη – υπάρχουν ένοχοι. Δεν υπάρχουν παραλείψεις – υπάρχουν σκοτεινά σχέδια. Δεν υπάρχουν διαφωνίες – υπάρχει συγκάλυψη. Αυτή η λογική δεν οδηγεί σε διαφάνεια. Οδηγεί στην καταστροφή της εμπιστοσύνης προς το ίδιο το πολίτευμα.

Η Δημοκρατία δεν χρειάζεται Εισαγγελείς – χρειάζεται πολίτες

Σε μια εποχή όπου οι θεσμοί δοκιμάζονται, οι αντιπροσωπευτικοί θεσμοί είναι πιο σημαντικοί από ποτέ. Η Δημοκρατία δεν κινδυνεύει από τους αντιπάλους της, αλλά από όσους δηλώνουν υπερασπιστές της, την ώρα που την διαλύουν από μέσα. Η Ζωή Κωνσταντοπούλου δεν κινείται στα όρια της Δημοκρατίας – κινείται έξω από αυτήν, προσποιούμενη ότι την ενσαρκώνει.

Γι’ αυτό κι αποτελεί ό,τι πιο αντίθετο στη λογική. Όχι μόνο επειδή εκφέρει λόγο φανατισμού, αλλά γιατί ενσαρκώνει μια βαθιά προβληματική πολιτική στάση: όλα είναι σκευωρία, όλοι είναι ένοχοι, όλοι –πλην της ιδίας– βρίσκονται σε σφάλμα.

Και το ερώτημα είναι ένα: Ποιος την ελέγχει;

Αν κάποιος άλλος πολιτικός –από οποιοδήποτε κόμμα– εκφωνούσε ανάλογο λόγο με την ίδια αυταρέσκεια, το ίδιο δικολαβικό ύφος, την ίδια θεσμική απαξίωση, θα είχε ήδη χαρακτηριστεί ως “ακραίος”, “λαϊκιστής” ή “θεσμικός τραμπούκος”. Η κ. Κωνσταντοπούλου, όμως, απολαμβάνει μια περίεργη ασυλία. Ίσως γιατί μιλά τη γλώσσα των έντονων συναισθημάτων. Ίσως γιατί αρκετοί θεωρούν ότι μια δόση “Ζωής” δίνει στην πολιτική κάτι από θέαμα.

Αυτό όμως δεν είναι αθώο. Όσο περισσότερος χώρος δίνεται σε τέτοιου τύπου πολιτικές παρουσίες, τόσο περισσότερο η λογική εκτοπίζεται. Και τελικά, η πολιτική μετατρέπεται σε δίκη χωρίς τέλος. Με μια Ζωή που παριστάνει τον Εισαγγελέα, αλλά δεν αναγνωρίζει Δικαστές. Ούτε καν τους πολίτες.

Διαβάστε επίσης

Σχόλια
Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή