ΚΟΣΜΟΣ

Τι συμβαίνει στην Ουκρανία: Πόσο πιθανό είναι η «παγωμένη σύγκρουση» να γίνει πόλεμος

Τι συμβαίνει στην Ουκρανία: Πόσο πιθανό είναι η «παγωμένη σύγκρουση» να γίνει πόλεμος
AP

Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ουκρανία έχουν προκαλέσει τη διεθνή ανησυχία, με το Κίεβο να διαμαρτύρεται για αυτό που χαρακτηρίζει ως απειλητική συγκέντρωση ρωσικών δυνάμεων στα σύνορα και να ζητά οδικό χάρτη για ένταξη στο ΝΑΤΟ. 

Από πλευράς της η Μόσχα απέρριψε τους ουκρανικούς ισχυρισμούς, λέγοντας πως οι κινήσεις στρατευμάτων στην περιοχή δεν αποτελούν απειλή για κανέναν, και προειδοποιώντας πως εμπλοκή του ΝΑΤΟ θα επιδεινώσει την κατάσταση.

Οι δυτικές χώρες που υποστηρίζουν την Ουκρανία εξέφρασαν τη στήριξή τους, και η US European Command ανέβασε το επίπεδο ετοιμότητάς της. Κάποιοι στρατιωτικοί παρατηρητές εκτιμούν πως το Κρεμλίνο ενδεχομένως να πραγματοποιεί επίδειξη ισχύος ώστε να «τεστάρει» την αποφασιστικότητα της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ και να εκφοβίσει τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι- ωστόσο κάποιοι εκφράζουν φόβους ότι ίσως επίκειται όντως ρωσική επίθεση.

Είναι υπερβολικοί αυτοί οι φόβοι; Σε σχετική ανάλυση του Atlantic Council παρουσιάζεται μια σειρά λόγων που θα μπορούσε να συμβαίνει όντως κάτι τέτοιο. Ένας από αυτούς είναι πως η ρωσική κυβέρνηση έχει μπροστά της βουλευτικές εκλογές τον Σεπτέμβριο, και το κόμμα του Πούτιν, Ενωμένη Ρωσία, αλλά και ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος, βλέπουν τη δημοτικότητά τους να μειώνεται.

Μια στρατιωτική περιπέτεια στην Ουκρανία θα βοηθούσε την κατάσταση- και υπάρχει και η ανησυχητική ένδειξη πως τα ελεγχόμενα από το Κρεμλίνο ΜΜΕ έχουν εντείνει τη στοχοποίηση της Ουκρανίας.

Επίσης, οι πιθανότητες για μια ευνοϊκή ειρηνευτική συμφωνία με τον Ζελένσκι έχουν μειωθεί δραματικά, καθώς ο πρώην κωμικός φαίνεται να αντιστέκεται στις ρωσικές πιέσεις- στοχοποιώντας μάλιστα συμμάχους του Κρεμλίνου στην Ουκρανία. Η αυξανόμενη ενόχληση της Ρωσίας φαίνεται να έχει οδηγήσει στην κλιμάκωση της βίας στην Ουκρανία από τις αρχές του 2021.

Σε κάθε περίπτωση, μια μεγάλης κλίμακας εισβολή θα αποτελούσε μια τρομακτική κλιμάκωση, ακόμα και με τα δεδομένα της επταετούς «παγωμένης σύγκρουσης» στην ανατολική Ουκρανία.

Από τότε που άρχισε η κρίση, το 2014, το Κρεμλίνο αρνείται την απευθείας εμπλοκή του στην όλη υπόθεση: Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρείται πως η Ρωσία αποστέλλει μικρούς αριθμούς κανονικών στρατευμάτων μαζί με «υβριδικού» τύπου δυνάμεις μισθοφόρων, εθελοντών, ντόπιων αποσχιστών κ.α. Εάν μπουν «κανονικά» ρωσικές δυνάμεις στη σύγκρουση, τότε η κρίση θα αποκτούσε εντελώς νέα διάσταση, με άγνωστες επιπτώσεις για τη διεθνή ασφάλεια.

Ειδικοί μίλησαν για το θέμα στο Atlantic Council, αξιολογώντας την κατάσταση.

Σύμφωνα με τον Τζον Χερμπστ, διευθυντή του Eurasia Center στο Atlantic Council,η Μόσχα επιστρέφει στα επικίνδυνα παιχνίδια στην Ουκρανία, συγκεντρώνοντας στρατεύματα και κατηγορώντας την Ουκρανία πως ετοιμάζει δική της επίθεση. «Όλα αυτά θα μπορούσαν να είναι προετοιμασίες για μια νέα επίθεση…ο στόχος μπορεί να είναι η κατάληψη της Μαριούπολης ή το κανάλι στη Χερσώνα…ή η Ρωσία μπορεί να επιδιώκει να φέρει ‘κυανόκρανους’ στις αποκαλούμενες Δημοκρατίες του Λουχάνσκ και του Ντονέτσκ».

Εναλλακτικά, εκτιμά, μπορεί να είναι μια προσπάθεια να εξαναγκαστεί σε υποχωρήσεις/ παραχωρήσεις ο Ζελένσκι και να δοκιμαστεί η αποφασιστικότητα του Μπάιντεν. Ο Αμερικανός πρόεδρος φαίνεται να έχει περάσει το «τεστ», εκτιμά ο αναλυτής, καθώς οι επικοινωνίες Ουάσινγκτον- Κιέβου ήταν πολλές, εκφράζοντας στήριξη. Αυτά μειώνουν τις πιθανότητες η Μόσχα να χτυπήσει όντως, εκτιμά.

Ο Γουίλιαμ Τέιλορ, αντιπρόεδρος του United States Institute of Peace, θεωρεί πως οι κινήσεις της Ρωσίας ενάντια στην Ουκρανία λειτουργούν ως υπενθύμιση για τις προθέσεις και την αποφασιστικότητα της Ρωσίας- ωστόσο οι ΗΠΑ έσπευσαν να ξεκαθαρίσουν πως υποστηρίζουν την Ουκρανία, και το Κρεμλίνο «γνωρίζει πως περαιτέρω επιθετικότητα εναντίον της Ουκρανίας θα οδηγήσει σε περαιτέρω κλιμάκωση των οικονομικών και προσωπικών κυρώσεων στη Ρωσία».

Από πλευράς του ο Άντερς Άσλουντ, Senior Fellow του Atlantic Council, εκτιμά πως η συγκέντρωση δυνάμεων φαίνεται ιδιαίτερα σοβαρή, και θεωρεί ότι ο Πούτιν έχει καλούς λόγους να επιλέξει να προβεί σε μια στρατιωτική επίθεση δεδομένων και των επερχόμενων εκλογών.

Η Μελίντα Χάρινγκ, αναπληρώτρια διευθύντρια του Eurasia Center του Atlantic Council σημειώνει πως ο Ρώσος πρόεδρος μπορεί να αυξάνει την ένταση κατά βούληση, και η κατάσταση είναι όντως επικίνδυνη, μα στην ουσία αυτό που κάνει επί της προκειμένης είναι να δοκιμάζει τον νέο Αμερικανό πρόεδρο, κάτι που καθιστά αναγκαίο η Ουάσινγκτον να υιοθετήσει και αυτή πιο αποφασιστική στάση στο θέμα της Ουκρανίας, χωρίς ωστόσο να παρασυρθεί από την κατάσταση στα σύνορα και να αγνοήσει το συνολικό ζήτημα στην Ουκρανία: «Για να τα καταφέρει η Ουκρανία πρέπει να αποκρούσει τους Ρώσους στα ανατολικά και εν τέλει να νικήσει το ίδιο της το διεφθαρμένο σύστημα».

Η Αλιόνα Γκέτμαντσουκ, διευθύντρια του New Europe Center, λέει πως η συγκέντρωση των ρωσικών στρατευμάτων στα σύνορα αποτελεί υπενθύμιση πως στην Ουκρανία δεν υπάρχει μια «παγωμένη σύγκρουση» μια ένας κανονικός πόλεμος που συνεχίζεται.

«Αν και είναι αδύνατον να προβλεφθεί η πιθανότητα μιας πλήρους εισβολής, η Ουκρανία πρέπει να ετοιμαστεί στρατιωτικά για ένα τέτοιο ενδεχόμενο» σημειώνει χαρακτηριστικά, ενώ υπογραμμίζει την ανάγκη οι ΗΠΑ να υιοθετήσουν πιο ενεργό ρόλο στο θέμα και να μην το αφήνουν σε τόσο μεγάλο βαθμό στη Γερμανία και τη Γαλλία.

Κατά τον Μπράιαν Γουΐτμορ, Nonresident Senior Fellow του Atlantic Council, η ρωσική συγκέντρωση δυνάμεων στα σύνορα δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση, μα εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της συγκέντρωσης ρωσικών δυνάμεων στα δυτικά σύνορα της χώρας, κάτι που απειλεί επίσης και τη Λετονία, τη Λιθουανία και την Πολωνία, χώρες- μέλη του ΝΑΤΟ. Παράλληλα, η Ρωσία εκσυγχρονίζει τις στρατιωτικές της υποδομές και ενισχύει τις δυνάμεις της στον θύλακα του Καλίνινγκραντ, ενώ αυξάνει το στρατιωτικό της αποτύπωμα στη Λευκορωσία.

Ο Μπράιαν Μπόνερ της Kyiv Post υπογραμμίζει πως η παρούσα κατάσταση υπενθυμίζει πως η Ρωσία έχει στρατιωτική υπεροχή που της επιτρέπει να κάνει ό,τι επιθυμεί σε βάρος της Ουκρανίας, και ότι η Ρωσία εξακολουθεί να μην αντιμετωπίζει τον Ρώσο πρόεδρο με την αποφασιστικότητα που θα έπρεπε.

Από πλευράς του ο Τάρας Κούζιο, καθηγητής στην Ακαδημία Μοχίλα του Εθνικού Πανεπιστημίου του Κιέβου θεωρεί πως είναι μάλλον απίθανο η Ρωσία να προβεί σε μεγάλης κλίμακας εισβολή στην Ουκρανία, καθώς κάτι τέτοιο θα προκαλούσε γενικευμένο πόλεμο και κατάρρευση των σχέσεων με τη Δύση. Το πιθανότερο, εκτιμά, είναι ο Πούτιν να θέλει να στήσει μια παγίδα σαν αυτή στον πρόεδρο Σαακασβίλι της Γεωργίας το 2008, όταν οι προκλήσεις στη Νότια Οσετία προκάλεσαν στρατιωτική επέμβαση της Γεωργίας στην περιοχή, με αποτέλεσμα η Ρωσία να βρει αφορμή για δική της στρατιωτική επέμβαση, ταπεινώνοντας τον Σαακασβίλι.

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει και τώρα με την Ουκρανία- ωστόσο υπάρχουν διαφορές μεταξύ των δύο περιπτώσεων, βασική εκ των οποίων είναι πως στην Ουκρανία δεν υπάρχει φιλορώσος επίδοξος ηγέτης για να ανεβεί στην εξουσία μετά από κάτι τέτοιο. Επίσης, η Ουκρανία είναι πολύ μεγαλύτερη από τη Γεωργία, οπότε μια γενικευμένη σύγκρουση θα απαιτούσε πολύ μεγάλες δυνάμεις και θα αντιμετώπιζε ισχυρή αντίσταση. «Η Ρωσία δεν θα ήταν πλέον ικανή να αρνηθεί πως κάνει πόλεμο ενάντια στην Ουκρανία, και θα κολλούσε σε μια μεγάλη σύγκρουση στο κατώφλι της. Το κόστος σε ζωές, χρήματα και διεθνή απομόνωση θα ήταν καταστροφικό» αναφέρει σχετικά.

Συνοψίζοντας λοιπόν, το ενδεχόμενο ρωσικής εισβολής θεωρείται μάλλον μακρινό, παρά τα ομολογουμένως επικίνδυνα «παιχνίδια» στην περιοχή. Σε σχετικό δημοσίευμα του EUObserver αναφέρεται πως, πέρα από τα εφιαλτικά σενάρια περί γενικευμένης σύγκρουσης, ο Ρώσος πρόεδρος μάλλον προσπαθεί να εκφοβίσει την Ευρώπη και την Ουκρανία για να προβούν σε μικρές παραχωρήσεις και να δοκιμάσει την αποφασιστικότητα του Μπάιντεν.

Κατά τον Τζέιμι Ση, πρώην αξιωματούχο το ΝΑΤΟ, η επίδειξη ισχύος του Πούτιν φαίνεται να έχει σκοπό να αναγκάσει το Κίεβο να δώσει κάποιο ειδικό status στις τοπικές «αρχές» των φιλορώσων στην ανατολική Ουκρανία. Ο ίδιος εκτιμά πως το ενδεχόμενο μιας γενικευμένης εισβολής είναι επίσης μακρινό- ωστόσο η παρούσα κατάσταση έχει επίσης και ένα άλλο πλεονέκτημα για τη Ρωσία: Την υποβάθμιση των κυρώσεων της ΕΕ, αλλά και την περιθωριοποίηση άλλων ζητημάτων, όπως το θέμα του Αλεξέι Ναβάλνι, που φαντάζουν πολύ «μικρά» απέναντι στην απειλή πολέμου στην Ευρώπη.

Πάντως, σε άρθρο του στο ρωσικό RT, o Πολ Ρόμπινσον, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οτάβα, εκτιμά πως ο πραγματικός κίνδυνος δεν είναι μια ρωσική εισβολή, μα το ενδεχόμενη η ουκρανική κυβέρνηση να παρερμηνεύσει τις δηλώσεις στήριξης από τις ΗΠΑ ως «πράσινο φως» για μια επίθεση εναντίον των «δημοκρατιών» των αυτονομιστών στο Ντονμπάς.

Ο Ρόμπινσον σημειώνει πως, αν και ισχύει πως ο ρωσικός στρατός πραγματοποιεί στρατιωτικές ασκήσεις κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία, η έκτασή τους είναι πολύ μικρότερη από αυτήν που θα απαιτούσε μια εισβολή, και θα φαινόταν πολύ πιο πιθανό η ρωσική δραστηριότητα να έχει ως στόχο να αποτρέψει μια πιθανή ουκρανική επίθεση εναντίον των φιλορώσων στο Ντονμπάς.

«Ο φόβος είναι πως η Ουκρανία θα μπορούσε να δοκιμάσει να επαναλάβει την πρόσφατη επιτυχία του Αζερμπαϊτζάν στην ανακατάληψη χαμένων περιοχών μέσω πολέμου ενάντια στην Αρμενία. Η Ουκρανία έχει επενδύσει βαρέως στον στρατό της από το 2015. Είναι πλέον καλύτερα εξοπλισμένος και εκπαιδευμένος από ό,τι όταν ηττήθηκε στο Ντεμπάλτσεβο το 2015. Θα μπορούσε να σκεφτεί ότι μπορεί να ανακαταλάβει το Ντονμπάς με στρατιωτικά μέσα» γράφει σχετικά.

Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.

Διαβάστε επίσης:

Κρούσματα σήμερα: 4.309 νέα ανακοίνωσε ο ΕΟΔΥ - 79 θάνατοι σε 24 ώρες, στους 751 οι διασωληνωμένοι