Οι «επτά πληγές» της κυβέρνησης και η ρελάνς του Κυριάκου
Το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών έχει καταστεί πλέον σε μέτρο αξιολόγησης των πάντων, αλλά και σε μοχλό πίεσης για ευρύτερες, σαρωτικές -θα έλεγα- αλλαγές, που αφορούν πρωτίστως το κυβερνητικό στρατόπεδο, αλλά σαφέστατα και το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του.
Σταχυολογώ ορισμένα εντυπωσιακά ποιοτικά στοιχεία από την τελευταία δημοσκόπηση της MRB.
Πρώτον. Η απονομή της Δικαιοσύνης και η λειτουργία του κράτους δικαίου εκτινάσσονται στη δεύτερη θέση της αξιολόγησης των προβλημάτων και σε απόσταση αναπνοής από την ακρίβεια (μόλις δύο μονάδες) που παραμένει στην κορυφή. Είναι η πρώτη φορά που ζητήματα θεσμικού χαρακτήρα παίρνουν ευκρινώς κεφάλι από προβλήματα της καθημερινότητας, όπως η υγεία, το εισόδημα, η εγκληματικότητα. Παροδικό, εμμονικό ενδεχομένως; Αναρωτιούνται ορισμένοι. Κάθε άλλο. Όπως ήδη είπαμε, εισαγωγικά, θεωρείται από την κοινωνία ως ο βασικός μοχλός, ένα είδος αρχής του νήματος, για να συντριβούν οι βαριές παθογένειες που ταλανίζουν διαχρονικά και κρατούν δέσμια τη χώρα και τους πολίτες της.
Δεύτερον, και προς επίρρωσιν των προηγηθέντων, το 63% των ερωτηθέντων θεωρεί ως πρώτη προτεραιότητα, «να πέσει άπλετο φως στην υπόθεση» βάζοντας καθαρά στη δεύτερη θέση τα προβλήματα βελτίωσης της καθημερινότητας (27,4%). Καθόλου παράδοξο αφού, όπως είπαμε, ο στόχος της κοινωνίας είναι να σπάσει επιτέλους «το απόστημα».
Τρίτον. Το 70,3% των ερωτηθέντων δηλώνει ρητά και κατηγορηματικά ότι πρέπει να σταματήσουν τα δρομολόγια των τρένων κατά το σκέλος της διακίνησης των επιβατών (έναντι 26,7% που έχει την αντίθετη γνώμη). Γνωρίζουν και αναγνωρίζουν ότι το σιδηροδρομικό δίκτυο είναι επισφαλές, από τα έγγραφα-φωτιά των εργαζομένων του ΟΣΕ που προειδοποιούσαν για τον κίνδυνο θανατηφόρου δυστυχήματος, από την ίδια την τραγωδία της 28ης Φεβρουαρίου του 2023, από τις αποκαλύψεις για παρ' ολίγον συγκρούσεις αμαξοστοιχιών την τελευταία διετία, από την απροθυμία του ΕΟΔΑΣΑΑΜ να δώσει σαφή απάντηση για την ασφάλεια των τρένων (μετά από ερώτηση του Newsbomb και της Διονυσίας Προκόπη). Πρόκειται για «συστημένη απάντηση» στην κυβέρνηση η οποία επιλέγει τη... λειτουργία στα τυφλά, μόνο και μόνο για να αποφύγει το πολιτικό κόστος που πιθανόν θα προέκυπτε από την κριτική της αντιπολίτευσης.
Τέταρτον. Και πάλι πρώτη φορά καταγράφεται πλειοψηφική τάση (57,5%) για προσφυγή στην κάλπη. Μάλιστα, υπέρ της διακοπής του εκλογικού κύκλου και το 22% των ψηφοφόρων της ΝΔ στις πρόσφατες ευρωεκλογές, πράγμα που σημαίνει με όρους απλής αριθμητικής, ότι μόνο το 23% της εκλογικής δύναμης του κυβερνώντος κόμματος θεωρεί ότι πρέπει να εξαντληθεί η τετραετία. Θέλω να πιστεύω ότι οι πολίτες γνωρίζουν πως είναι περίπου αδύνατο να προκύψει από μια άμεση εκλογική αναμέτρηση αυτοδύναμη κυβέρνηση. Όπως επίσης, γνωρίζουν ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν προσκομίζουν κάποιο αξιόπιστο πρόγραμμα διακυβέρνησης, ούτε διαφαίνονται -έστω και στο βάθος του τούνελ- διεργασίες αξιόπιστης σύμπραξης ανάμεσα στα κόμματα του κεντροαριστερού-αριστερού χώρου. Υποθέτω λοιπόν, ότι πρόκειται για ένα είδος απόπειρας εξαναγκασμού του πολιτικού συστήματος, να ανταποκριθεί εξ ανάγκης στο κοινωνικό αίτημα, για ριζική αλλαγή πλεύσης, νοοτροπίας εντέλει.
Πέμπτον. Σημειολογικό κατά βάση, αλλά παρά ταύτα εξαιρετικά σημαντικό. Στο δημοσκοπικό ερώτημα «τι είναι τα Τέμπη;», το 72,2% απαντά έγκλημα έναντι του 24,8% που λέει δυστύχημα. Το συγκεκριμένο εύρημα δείχνει και τα όρια επηρεασμού της κοινής γνώμης από τη σχετική κυβερνητική θέση, αλλά πέραν αυτού δείχνει και τα όρια επιρροής στην κοινωνία του συνολικότερου αφηγήματος της ΝΔ, καθώς επίσης και των επιχειρημάτων τα οποία μετέρχεται κάθε φορά που ανακύπτει ένα νέο γεγονός - στοιχείο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το «ενημερωτικό» e-mail Τριαντόπουλου προς κορυφαίους υπουργούς σχετικά με την ολοκλήρωση του μπαζώματος. Ό,τι κι αν ελέχθη από τον ίδιο ή από άλλους (λίγους), απλώς βάρυνε τη σκιά που ήδη υπάρχει πάνω από το κυβερνητικό στρατόπεδο.
Έκτον. Είπαμε ότι τα πάντα αξιολογούνται στο πλαίσιο του «βαρόμετρου των Τεμπών», κατά συνέπεια και η στάση των πολιτικών αρχηγών στο θέμα αυτό. Στο σχετικό ερώτημα, λοιπόν, ο πρωθυπουργός καταλαμβάνει την έκτη θέση με θετικές κρίσεις σε ποσοστό 19,1%, ενώ οι αρνητικές κρίσεις χτυπάνε ταβάνι, φθάνουν στο 75,1%. Ακόμη και ως επί μέρους εύρημα (από τη στιγμή που συνδέεται αμιγώς με το δυστύχημα) δεν παύει να ενισχύει την άποψη ότι η υπόθεση των Τεμπών έχει πλήξει εκτός από την αξιοπιστία της κυβέρνησης και το αρραγές έως πρόσφατα προσωπικό προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη, που εδραζόταν στη σχέση εμπιστοσύνης με την κοινωνία.
Έβδομον. Αυτό που ήδη γνωρίζουμε από τις δημοσκοπήσεις της τελευταίας εσοδείας φαίνεται ότι παγιώνεται πλέον. Έχουμε πιστοποίηση μιας διπλής αμφισβήτησης «καλών προθέσεων» τόσο της κυβέρνησης -το 78,5% πιστεύει ότι δεν κάνει ό,τι μπορεί για να λάμψει η αλήθεια- όσο και της Δικαιοσύνης (74%). Ως προς την τελευταία, και επειδή μιλάμε για θεσμό και όχι για σύστημα εξουσίας με ημερομηνίας λήξεως που ορίζεται από τις εκλογές, αισθάνομαι ότι κινείται στην κόψη του ξυραφιού. Αισθάνομαι δηλαδή, ότι το διακύβευμα υπερβαίνει, λόγω των ιδιόμρφων συνθηκών, το στόχο αποκατάστασης της «τρωθείσας τιμής» της.
Έρχομαι στο δια ταύτα. Η κυβέρνηση πέρασε, όχι απολύτως ανώδυνα, το σκόπελο της πρότασης μομφής. Κυρίως γιατί αναδείχθηκε η απόκλιση της επιχειρηματολογίας της από το κυρίαρχο κοινωνικό κλίμα, ενώ σε αυτό συνέτεινε εν μέρει και το δριμύ κατηγορώ του Αντώνη Σαμαρά για τα κυβερνητικά πεπραγμένα, αλλά και η προσπάθεια του πρώην πρωθυπουργού να «λανσάρει» μια νέα διαχειριστική γραμμή ανάμεσα στην παράταξη (διαχρονική) και το σημερινό κυβερνητικό σχήμα (εφήμερο).
Ο πρωθυπουργός επέλεξε να ερμηνεύσει με το δικό του τρόπο τα πρωτοφανή, για τα ιστορικά δεδομένα της Μεταπολίτευσης, συλλαλητήρια των Τεμπών, συμπεραίνοντας ότι «οι πολίτες θέλουν την Ελλάδα να ανέβει ψηλότερα» και «όχι να πέσει η κυβέρνηση». Και ναι και όχι. Πράγματι οι πολίτες ζητούν να ανέβει η Ελλάδα, όχι ακριβώς ψηλότερα γιατί πιστεύουν ότι σήμερα βρίσκεται... κάτω από τη βάση, αλλά εν πάση περιπτώσει, στη θέση που της αξίζει. Μόνο που δεν επιλέγουν την κυβέρνηση ως αξιόπιστο σχήμα, θα έλεγα ότι γενικότερα δεν προκρίνουν κανένα σχήμα. Αυτό το γεγονός δημιουργεί βέβαια την εντύπωση ότι η ΝΔ εξακολουθεί να κατέχει ηγεμονική θέση, αλλά φοβάμαι ότι ενδέχεται να αποδειχθεί πλάνη.
Ανεξάρτητα από το αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμμερίζεται ή όχι την εκδοχή ορισμένων συνεργατών του ότι «μπόρα είναι, θα περάσει», σημασία έχει ότι τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή αποφάσισε να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα με πολλούς αποδέκτες, προς το εσωτερικό της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας, προς τον σκληρό πυρήνα του κόμματό του, την ώρα που η ΝΔ βλέπει τα ποσοστά της συνεχώς απομειούμενα (σε σχέση με τις ευρωεκλογές) από δημοσκόπηση σε δημοσκόπηση και προς διάφορους εξωτερικούς εχθρούς. Δήλωσε στην πραγματικότητα, ότι δεν θα πέσει αμαχητί, ότι θα το πάει μέχρι τέλους.
Δύο ακόμη στοιχεία για να κλείσουμε. Ο θρυλούμενος ανασχηματισμός, ούτε την πολιτική νοοτροπία της κυβέρνησης θα μεταβάλει, ούτε μπορεί να επηρεάσει, έστω και σε επικοινωνιακό επίπεδο πιθανές προσδοκίες για restart, ιδιαίτερα από τη στιγμή που δεν υπάρχει «ισχυρός πάγκος». Σε ό,τι αφορά στο διεθνές παιχνίδι (επί του οποίου προβλήθηκε η εικόνα της Ελλάδας που είναι μέσα στα πράγματα), τα δεδομένα καθίστανται και γενικώς, αλλά και ειδικώς, ιδιαίτερα δυσχερή.
Διαβάστε επίσης