ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η φορολογία στο επίκεντρο της προεκλογικής αντιπαράθεσης

Η φορολογία στο επίκεντρο της προεκλογικής αντιπαράθεσης

Πόλεμος ανακοινώσεων στο μέτωπο των φόρων ξέσπασε στο προεκλογικό τοπίο, φέρνοντας στην επιφάνεια επιχειρήματα και θέσεις που αποτελούν διεθνώς αντικείμενο αντιπαραθέσεων ή τουλάχιστον διαφορετικών προσεγγίσεων. 

Η θέση υπέρ της αύξησης της φορολόγησης των διανεμομένων μερισμάτων των επιχειρήσεων, για παράδειγμα, δεν είναι μόνο θέση του ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΟΟΣΑ για την περίπτωση της Ελλάδας, όπως την ανέπτυξε στην έκθεσή του τον περασμένο Ιανουάριο. Αλλωστε, η μείωση του συντελεστή στο 5% από την απελθούσα κυβέρνηση τοποθέτησε τη χώρα σε ένα από τα πλέον χαμηλά επίπεδα διεθνώς.

Στην Ευρώπη συχνά η κλίμακα είναι προοδευτική και ο ανώτατος συντελεστής φθάνει π.χ. στο 30% στο Βέλγιο, το 42% στη Δανία, το 34% στη Γαλλία, το 28% στην Πορτογαλία, ενώ στην Ιρλανδία ανέρχεται στο 51%. Με ενιαίο συντελεστή 5% η Ελλάδα βρίσκεται στην προτελευταία θέση σε ό,τι αφορά τους ανώτατους συντελεστές, και ακολουθούν μόνο η Λετονία και η Εσθονία που φορολογούν με μηδενικό συντελεστή, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ.

Το αντεπιχείρημα εδώ είναι ότι η μείωση του φορολογικού συντελεστή από το 10% στο 5% οδήγησε σε εκτίναξη των διανεμομένων μερισμάτων και άρα και των φορολογικών εσόδων, παρά τη μείωση του συντελεστή. Από 1,5 δισ. ευρώ μερίσματα την περίοδο 2018-2019, από τα οποία το κράτος πήρε φορολογικά έσοδα 150 εκατ. ευρώ, αυτά αυξήθηκαν στα 5,6 δισ. ευρώ το 2020, αποφέροντας έσοδα στο κράτος 280 εκατ. ευρώ, και στα 4,1 δισ. ευρώ το 2021, με έσοδα 225 εκατ. ευρώ.

Παρά τις υπερβολές της και τις σκόπιμες διαστρεβλώσεις, η προεκλογική αντιπαράθεση δίνει αφορμή να φωτιστούν ουσιαστικά θέματα οικονομικής πολιτικής, τα οποία οι διεθνείς οργανισμοί έχουν επισημάνει κατ’ επανάληψιν στις εκθέσεις τους για την Ελλάδα. Η Ε.Ε, το ΔΝΤ και ο ΟΟΣΑ συνιστούν συστηματικά παρεμβάσεις για τη διόρθωση των αδυναμιών του φορολογικού καθεστώτος, χωρίς, όμως, να δίνεται συνέχεια, ιδίως αφότου η χώρα βγήκε από τα μνημόνια.

Κοινή συνισταμένη των υποδείξεων των τριών αυτών οργανισμών είναι η ανάγκη περιορισμού της φοροδιαφυγής των ελεύθερων επαγγελματιών. Ενα θέμα που και η κυβέρνηση της Ν.Δ. έχει θέσει ως προτεραιότητα τώρα, για την επόμενη τετραετία.

Χαρακτηριστικά σημεία των συστάσεων των διεθνών αυτών οργανισμών προς την Ελλάδα είναι τα εξής:

• Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις συστάσεις της στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού εξαμήνου την περασμένη εβδομάδα τόνισε την ανάγκη διεύρυνσης της φορολογικής βάσης, ειδικά για τους αυτοαπασχολούμενους. «Η φορολογική συμμόρφωση θα μπορούσε να βελτιωθεί με την επέκταση της εφαρμογής των ηλεκτρονικών πληρωμών, λαμβάνοντας ιδιαιτέρως υπόψη τα πρόσφατα στοιχεία για την αναντιστοιχία μεταξύ των δηλωθέντων χαμηλών εισοδημάτων και του έντονα αυξανόμενου τζίρου των αυτοαπασχολουμένων. Ειδικότερα, κάνοντας καλύτερη χρήση των πληροφοριών που προέρχονται από τις ηλεκτρονικές πληρωμές για στοχευμένα επαγγέλματα».

• Ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του για την Ελλάδα τον Ιανουάριο υποδέχθηκε θετικά τις μειώσεις της φορολογικής «σφήνας», αλλά επισήμανε ότι κάποιοι φορολογικοί συντελεστές, όπως στα διανεμόμενα κέρδη, είναι τώρα σχετικά χαμηλοί. «Οι φόροι στο κεφάλαιο και στα κέρδη είναι τώρα ανάμεσα στους χαμηλότερους στον ΟΟΣΑ». Ο Οργανισμός τάχθηκε υπέρ της αύξησης του φόρου επί των διανεμόμενων κερδών, ώστε να μπορέσει να μειωθεί η επιβάρυνση των μεσαίων στρωμάτων. Τάχθηκε, επίσης, υπέρ της κατάργησης των έκτακτων μειώσεων ΦΠΑ λόγω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης. Ενα θέμα που παραμένει ανοιχτό.

• Το ΔΝΤ είχε ταχθεί πριν από περίπου ένα χρόνο, στο πλαίσιο της έκθεσής του, κατά της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης και της περαιτέρω μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, με το επιχείρημα ότι μεταφέρουν το βάρος στις μελλοντικές γενιές και δεν είναι επαρκώς στοχευμένα. Επισήμανε, επίσης, ότι χρειάζονται περαιτέρω βελτιώσεις για να διευρυνθεί η φορολογική βάση και να αντιμετωπισθεί η φοροδιαφυγή των αυτοαπασχολουμένων.